Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

ΕΡΗΜΟΙ ΑΣΚΗΤΕΣ ΣΤΙΣ ΟΠΕΣ ΤΗΣ ΓΗΣ


 

 

 

Ο παπά-Αβέρκιος, ενώ τού είπε ο Γέροντάς του να μην πάει στην κορυφή του Άθωνα,πήγε,να κοιμηθεί σ' ένα μοναχικό κελλί και κλείδωσε την πόρτα.Το βράδυ,τού παρουσιάσθηκε ο δαίμονας και τον έδειρε.

 
 

Ένας δόκιμος της συνοδείας νόμισε ότι οι Γεροντάδες για να καυχηθούν, ότι είχαν ένα άγιο μεταξύ τους, ρίχνουν άρωμα στην κάρα. Την πήρε κρυφά και την έρριξε στη στέρνα με βάρος, για να μην φαίνεται. Οι Γεροντάδες την έχασαν και δεν ήξεραν τι έγινε και ποιος την πήρε. Μετά δώδεκα ημέρες την έβγαλε ο δόκιμος από την στέρνα και πάλι ευωδίαζε. Και πίστεψε πράγματι ότι επρόκειτο περί αγίου μοναχού.Αντίθετα ο Γέροντάς του που ήταν από την Κέρκυρα δεν έλυωσε και η αιτία ήταν μάλλον πως περιφρονούσε τους γείτονές του και ποτέ δεν πήγαινε στις πανηγύρεις και τις λειτουργίες τους.

 

 

Ένας ηγούμενος επισκέφθηκε άλλο ετοιμοθάνατο αδελφό και τον ρώτησε: Γέροντα, πως πας, τι καταλαβαίνεις, θα σωθούμε; Τού απαντά ταπεινά εκείνος: Αγαθάς ελπίδας έχουμε Γέροντα, από αυτά που βλέπω, αγαθάς ελπίδας έχουμε...Στη Μ. Λαύρα ήταν τα τελευταία χρόνια ένας ευλαβέστατος εκκλησιαστικός ο Γ. Θεόφιλος, ο οποίος πολύ αγαπούσε τον κτίτορα της μονής, όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Ήθελε να είναι ακοίμητα τα κανδήλια τού τάφου και της εικόνας τού οσίου, και τον παρακάλεσε όταν σβύνουν να τον ειδοποιεί. Πράγματι κατά τρόπο θαυμαστό τού παρουσιαζόταν ο άγιος, ημέρα και νύκτα και τού έλεγε ποιο καντήλι του δεν ανάβει. Ο άγιος τού μήνυσε και τον ακριβή χρόνο τού θανάτου του.Στη μονή Διονυσίου ο Γ. Ιάκωβος έβλεπε τον προστάτη της μονής Τ. Πρόδρομο να λιχνίζει τους καλούς από τους σκάρτους. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν «Ω ευλογημένο κοινόβιο!».Έλεγε ο Γ. Ιωακείμ στη σκήτη της Αγίας ΑΓ. Άννης υπήρχε μια Καλύβη έπ' ονόματι των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης. Κάποτε, όταν πήρε την Καλύβη νέος Γέροντας, θεώρησε καλό ν' αλλάξει τους εορταζομένους αγίους και ν' αφιερώσει σε άλλο άγιο το ναό, επειδή την ίδια ημέρα εορτάζει το Κυριάκο. Ένας Γέροντας της σκήτης είδε ένα Γέροντα και μία Γερόντισσα να κατηφορίζουν και τους λέει με όλη την απλότητά του: Πού πάτε και που είσασθαν εσείς; Και τού λέγουν: Μας έδιωξαν από το σπίτι μας και πάμε στο Κυριάκο... Μετά κατάλαβαν όλοι, όσοι το έμαθαν, ότι επρόκειτο για τους αγίους Θεοπάτορες... Στο Παντοκρατορινό Κελλί τού Αγίου Νικολάου (Χατζούδα) ήταν ένας καλός Γέροντας παπά-Μελέτιος πνευματικός, που ήταν κι αυτός από τη συνοδεία τού Χατζηγιώργη, ο οποίος είχε πλούσια βιβλιοθήκη και πολλές γνώσεις.Στα καλογέρια του δεν επέτρεπε ποτέ να εργασθούν Κυριακές και αργίες, γιατί το θεωρούσε βαρειά αμαρτία. Εκείνοι είπαν, πως θα πάνε να δουν τα μελίσια, που τα είχαν στην Καψάλα. Δεν πήγαν όμως εκεί και πήγαν στον λάκκο, στη σκήτη τού Κουτλουμουσίου, όπου υπήρχαν ψάρια, για να ψαρέψουν. Εκεί είναι ένα μέρος που τραβιούνται τα νερά και το λέγουν φονιά, γιατί παλαιότερα πνίγηκαν άνθρωποι. Εκεί μπροστά τους, δίχως να μπορούν να τον βοηθήσουν και τον σώσουν, πνίγηκε ο ένας της συνοδείας, για την ανυπακοή τους. Δεν τολμούσαν να επιστρέψουν στο Κελλί τους και πως να το πουν στον Γέροντά τους. Το είπαν σε άλλους Γέροντες πνευματικούς, οι οποίοι μεσολάβησαν να τού το πουν με τρόπο. Λυπήθηκαν τότε όλοι οι πατέρες της περιφερείας Καρυών για τον πνιγμένο και τους παρήκοους μοναχούς. Ο Γέροντας τους παπα-Μελέτιος εκοιμήθη από τη λύπη του.Ήταν ένας υποτακτικός είχε μεγάλη επιθυμία να πάει να δει τη μητέρα του. Ο Γέροντας δεν ήθελε. Οι άλλοι πατέρες τού Κελλιού επέμεναν να τον αφήσει. Συνενοήθηκαν μαζί της, να έλθει από την Καισαρεία στην Κωνσταντινούπολη, κι εκεί θα πήγαινε ο γιος της να τη συναντήσει, με τη συνοδεία ενός αδελφού. Δύο φορές την εβδομάδα πήγαινε και ερχόταν πλοίο από τη Ρωσία στο Άγιον Όρος, το οποίο στάθμευε και στην Πόλη. Με αυτό κανόνισαν να πάνε. Πήγανε να βάλουν μετάνοια στον Γέροντα για την αναχώρηση. Ο Γέροντας ήταν κατάκοιτος. Μόλις το άκουσε άρχισε να κλαίει, ως να τον αποχαιρετούσε. Οι άλλοι τον καθησύχαζαν, πως σε λίγες ήμερες θα είναι πάλι εδώ. Σε λίγες ημέρες όμως επέστρεψε μόνο ο συνοδός του, ο άλλος έμεινε για πάντα στον κόσμο.Στο Κελλί της Κερασιάς Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ζούσαν Ρώσοι μοναχοί. Τελευταίος της παλαιάς συνοδείας ήταν ο Ελληνο-Ρώσος παπά -Ακάκιος, ο οποίος είχε υποτακτικούς δύο αδέλφια από τη Μυτιλήνη" τον παπά- Αβέρκιο και τον μοναχό Πρόχορο.Κάποτε ανέβηκαν στην κορυφή τού Άθωνος και διανυκτέρευσαν στο Κάθισμα της Παναγίας, εκεί που είχε εμφανισθεί η Παναγία στον όσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλυβίτη. Ο παπά-Αβέρκιος, ενώ τού είπε ο Γέροντάς του να μην πάει, πήγε να κοιμηθεί σ' ένα , μοναχικό κελλί και κλείδωσε την πόρτα. Το βράδυ τού παρουσιάσθηκε ο δαίμονας και τον έδειρε. Ο παπά-Αβέρκιος φώναζε. Πήγε ο Γέροντας Ακάκιος, πήρε τον σταυρό, έκανε μια προσευχή, αλλά ο δαίμονας δεν έφευγε και ο παπά-Αβέρκιος αδυνατούσε ν' ανοίξει και την πόρτα. Τότε ο παπά-Ακάκιος πήγε από το παράθυρο και λέγει στον δαίμονα: Με ποιο δικαίωμα εσύ κτυπάς τον δικό μου υποτακτικό; Με τα λόγια αυτά ο δαίμονας εξαφανίσθηκε, γιατί είναι γνωστό πως μόνο ο Γέροντας έχει δικαίωμα επί τού υποτακτικού του, και έτσι φάνηκε η πνευματική υπεροχή τού Γέροντος και το επικίνδυνο της ανυπακοής.Στο σπήλαιο που υπάρχει απέναντι από το Κουτλουμουσιανό Κελλί των Αγίων Αποστόλων, που ήταν το αρχαίο μονύδριο τού Αλυπίου, πλησίον της σκήτης τού Αγίου Παντελεήμονος, έμενε επί τριάντα έτη περίπου με μεγάλη εγκράτεια και πτωχεία ο μοναχός Θεόδουλος.Ορισμένοι τον θεωρούσαν πλανεμένο κι άλλοι τον ευλαβούντο. Συνήθως εκκλησιαζόταν στο ναό τού Πρωτάτου. Μετά τον Πρώτο τού Αγίου Όρους πήγαινε και προσκυνούσε αυτός. Το ίδιο έκαμε και στις πανηγύρεις, όπου έπιανε το πρώτο στασίδι, και στις θέσεις της τραπέζης. Πολλοί νόμιζαν πως είναι ανόητος και γι' αυτό τα κάνει αυτά. Τον μάλλωναν, αλλά αυτός επέμενε στις πρωτοκαθεδρίες. Ο Γ. Ιωακείμ έλεγε: Αν ήταν απλός θα ήξερε και να ταπεινωθεί κι όχι μόνο να υπερηφανευτεί....Κάποτε πήγε στη μονή της Μ. Λαύρας και νυχτώθηκε και μέχρι να ξημερώσει καθόταν έξω και προσευχόταν. Τού παρουσιάσθηκαν δαίμονες ως μοναχοί και τού έλεγαν: Ορίστε, άγιε τού Θεού, προσεύχεσαι και σείεται το μοναστήρι, ορίστε να φιλοξενηθείς, να έλθει η ευλογία τού Θεού στο μοναστήρι... Έλεγε ο Γ. Ιωακείμ: Ήταν ένας από αυτούς που βλέπανε κι ακούγανε δαίμονες, είχε έλθει κι αυτός από την Αμερική, που νομίζουν πως από την αρετή τους βλέπουν αυτά. Κρίμα στους κόπους και τους αγώνες τόσων χρόνων. Πόση προσοχή χρειάζεται μη θυσιασθούμε στο λιμάνι...Ο μοναχός Χρυσόγονος ζούσε στο εργατόσπιτο τού Κουτλουμουσιανού Κελλιού των Αγίων Αποστόλων (Αλυπίου). Το εργόχειρό του ήταν να βάφει ρούχα. Τις βαφές τις κατασκεύαζε μόνος του από ρίζες δένδρων. Ζούσε με μεγάλη πενία, που ήταν πράγματι αξιοθαύμαστη. Το καθημερινό του φαγητό ήταν ψωμί, που το βουτούσε στο νερό και λίγη ζάχαρη ή παξιμάδι. Αυτή ήταν η παντοτεινή τροφή του, εκτός αν πήγαινε σε καμμία γειτονική πανήγυρη και τού πρόσφεραν κάτι. Τα ενδύματά του φτωχά και τα σκεπάσματα του παλιά τσουβάλια. Άνοιγε μια τρύπα στα τσουβάλια, φορούσε τέσσερα -πέντε από αυτά κι έτσι περνούσε τους χειμώνες, δίπλα στο τζάκι. Ήταν πολύ ήσυχος και καλός μοναχός.Διηγείτο ο Γ. Ιωακείμ πως σαν τον π. Χρυσόγονο πτωχός, ήταν κι ένας μοναχός στη Βίγλα, που δεν θυμάται τ' όνομά του. Ζούσε σ' ένα καλύβι δίχως ναό με μεγάλη στέρηση. Μόνο όταν τέλειωνε το λάδι από το φανάρι του, το οποίο το άναβε όταν πήγαινε στις νυκτερινές λειτουργίες των γύρω πατέρων, οδηγούσε τα βήματα του στη Ρουμανική Σκήτη ή στη Μ. Λαύρα. Βλέποντας το λυχνάρι του οι πατέρες, δίχως να τους πει τίποτε, ήξεραν, το γέμιζαν και τού έδιναν και κάτι. Στο καλύβι του ζούσε ως άσαρκος. Όταν πήγαινε στις λειτουργίες με ντροπή έτρωγε κάτι ελάχιστο.Η καταγωγή του ήταν από το χωριό Μαζέϊκα των Καλαβρύτων. Εκάρη μοναχός στο Κελλί Άγιος Νικόλαος, εξάρτημα άλλοτε τού παρακείμενου μονυδρίου τού Ραβδούχου, σήμερα της μονής Παντοκράτορος. Ένα διάστημα κοινοβίασε στο μονή Εσφιγμένου και είχε το διακόνημα τού τυπικάρη. Διακρινόταν για το φιλακόλουθο, τη μεγάλη ευλάβεια, την αντοχή στους σωματικούς κόπους και την υπομονή του. Όταν προείδε τον θάνατό του, επέστρεψε στο μετάνοια του. Οι παραδελφοί του και ο Γέροντάς του τον υποδέχθηκαν με χαρά, γιατί ποτέ δεν τους είχε στενοχωρήσει, παρά μόνο με τη φυγή του.Μετά τρία έτη από τον ήσυχο θάνατό του έγινε η εκταφή του και η κάρα του ευωδίαζε. Επειδή διεδόθη το γεγονός, πήγαιναν πολλοί να την προσκυνήσουν. Ένας δόκιμος της συνοδείας νόμισε ότι οι Γεροντάδες για να καυχηθούν, ότι είχαν ένα άγιο μεταξύ τους, ρίχνουν άρωμα στην κάρα. Την πήρε κρυφά και την έρριξε στη στέρνα με βάρος, για να μην φαίνεται. Οι Γεροντάδες την έχασαν και δεν ήξεραν τι έγινε και ποιος την πήρε. Μετά δώδεκα ημέρες την έβγαλε ο δόκιμος από την στέρνα και πάλι ευωδίαζε. Και πίστεψε πράγματι ότι επρόκειτο περί αγίου μοναχού.Αντίθετα ο Γέροντάς του που ήταν από την Κέρκυρα δεν έλυωσε και η αιτία ήταν μάλλον πως περιφρονούσε τους γείτονές του και ποτέ δεν πήγαινε στις πανηγύρεις και τις λειτουργίες τους. Είχε μόνιμο εφημέριο τον παπα-Χαράλαμπο από την Καλύβη τού Αγίου Χαραλάμπους της σκήτης τού Κουτλουμουσίου. Αυτά τα διηγήθηκε στον Γ. Ιωακείμ ο τελευταίος διάδοχος τού Κελλιού τού Αγίου Νικολάου ο Γ. Σάββας, που εκοιμήθη στο Φιλοθεΐτικο Κελλί Άγιος Δημήτριος το 1988.Ο Χατζηγιωργιάτης Γ. Ευλόγιος από το Κελλί τού Αγίου Γεωργίου τού Φανερωμένου διηγείτο στον Γ. Ιωακείμ συχνά, πολλά θαύματα που είχε ζήσει ο ίδιος από τον άγιο Γεώργιο. Πολλές φορές όταν έσβυνε το καντήλι τού αγίου τη νύχτα, άκουγε τον άγιο με το άλογό του στον διάδρομο τού Κελλιού να πηγαίνει πέρα-δώθε. Άκουγε ο Γέρο Ευλόγιος το ποδοβολητό τού αλόγου, ξυπνούσε, και πήγαινε στην εκκλησία κι άναβε το καντήλι.Αρκετές φορές οικονόμησε ο άγιος τα της πανηγύρεως, ενώ υπήρχαν μεγάλες και διάφορες δυσκολίες. Την τελευταία ώρα επενέβαινε ο άγιος και φρόντιζε για όλα.

 

Μία φορά έχασε ο Γ. Ευλόγιος το άλογό του. Ψάχνοντας για να το βρει και κουρασμένος καθώς ήταν, περιπλανήθηκε σε διάφορα μέρη και βρέθηκε σ' ένα δύσβατο τόπο. Εκεί τού επετέθησαν οι δαίμονες και τον κτυπούσαν. Έλεγε πως είχε μετρήσει μέχρι δεκαεφτά δαίμονες. Ο Γέροντας χαριτολογώντας, όταν τού το διηγείτο, τού είπε: Καλά, Γέροντα, δεν κυτούσες να φύγεις, παρά καθόσουν και τους μετρούσες;Ο ευλογημένος Γέροντας Ευλόγιος έζησε ογδόντα χρόνια στο Άγιον Όρος. Στα νειάτα του έκανε εφτά χρόνια να φάει λάδι και στα γεράματά του έξι. Αγαπούσε πολύ την Παναγία. Όταν ήταν μικρός τον επισκέφθηκε η Παναγία στο χωριό του, το Αχλάδι Ευβοίας, και τού είπε: Πήγαινε κι εγώ θα είμαι πάντα μαζί σου. Σε μια αγρυπνία, της εορτής τού Ακάθιστου, που την τιμούσε ιδιαίτερα, είδε άγγελο Κυρίου να θυμιάζει την εικόνα της. Προείδε το τέλος του κι εκοιμήθη στις 11.4.1948.

 
 
Πηγή.Ορθόδοξος Κόσμος.Τίτλος,επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.

ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΩΝ



Θα 'έρθει καιρός,πού θα δεις τα σκυλιά δεμένα με τα λουκάνικα.Ηθική δε θα υπάρχει!Αγάπη δε θα υπάρχει!Εμπιστοσύνη πουθενά δε θα υπάρχει!Ό κόσμος θα πέσει σε μεγάλη ανηθικότητα,χωρίς όρια,ούτε συγγενικά.-Και ποιος θα κρατάει Ορθοδοξία μπάρμπα-Χαραλάμπη;-Βλέπεις αυτό το βουνό και δίπλα το άλλο;Θα μείνει μια γιδούλα στο ένα και μια στο άλλο και θα χτυπάει το κουδουνάκι της τσίν,τσίν,τσίν.Τόσοι θα μείνουτε,πολύ λίγοι...Θαυμαστά γεγονότα διηγείται ή Ουρανία Κωνσταντοπούλου,70 ετών,από το Λατζωνάτο Τριφυλλίας,κάτοικος Καλαμάτας:Το Χαραλάμπη τον θυμάμαι από τότε πού ήμουν κορι­τσάκι του Δημοτικού σχολείου.Ερχόταν στο χωριό μου και άναβε όλα τα καντήλια των εκκλησιών.Είχε ξανθά,μακριά μαλλιά,φορούσε παντελόνι και πουκάμισο με γιλέκο.Δίδασκε τους συγχωριανούς μου και θυμάμαι,πού τους έλεγε:-Γυρίστε με το Παλαιό,το Παλαιό είναι το Ορθόδοξο Εορτολόγιο.Αργότερα παντρεύτηκα και έφυγα από το χωριό μου.



Στην Καλαμάτα,στο σπίτι πού έμενα,ερχόταν πολύ συχνά και,επειδή είχα πολλά παιδιά και ήμουν πολύ φτώχεια,μου έφερνε χρήματα, τυριά,ψωμιά,λαχανικά,φρούτα και οτιδήποτε άλλο μπορείτε να φανταστείτε σε τρόφιμα.Μια φορά ήρθε στο σπίτι μου,έφερε δύο φανάρια,καντηλήθρες και λάδι, τα έδωσε στον άντρα μου και του είπε:-Αντώνη,όταν πάς στο χωριό σου,στο Σελά,να πάς στο μοναστήρι του Άγιου Μηνά και να ανάψεις αυτά τα δύο φανάρια.Κάποιες φορές,μαζί με τον άντρα μου,έπαιρναν το γαϊ­δούρι,πήγαιναν στα περιβόλια,το φόρτωναν πορτοκάλια,λεμόνια,λαχανικά και τα πήγαιναν στον Προφή­τη Ηλία στους φυματικούς.Ένα μεσημέρι ήλθε στο σπίτι και μου είπε:-Ό άντρας σου που είναι;Μαγειρέψατε;-Μπάρμπα-Χαραλάμπη,δεν έχουμε τι να μαγειρέ­ψουμε και ο άντρας μου λείπει.-Έχεις κατσαρόλα και κρεμμύδι;Φέρτα εδώ.Του έδωσα την κατσαρόλα,έκοψε το κρεμμύδι,έριξε λάδι,καθάρισε ένα πολύ μικρό κουνουπιδάκι,έριξε αλάτι,ένα κατσαρολάκι νερό,το έβαλε στη φωτιά και μου είπε:-Ασ΄ το να βράσει.Έβρασε το κουνουπίδι,γέμισε ή κατσαρόλα,φάγαμε τα έξη παιδιά μου,ο Χαραλάμπης,εγώ,και έμεινε και για τον άντρα μου.Θυμάμαι καλά αυτό το περιστατικό,γιατί μου είχε κάνει από τότε μεγάλη εντύπωση.Και αναρωτιό­μουνα το πώς μ' αυτό το μικρό κουνουπιδάκι γέμισε ή κατσαρόλα και φάγαμε τόσα άτομα.Ή δε νοστιμιά του ήταν απερίγραπτη.Είχα έξη κορίτσια, ήθελα αγόρι,στεναχωριόμουνα και έκανα προσευχή στην Παναγία να μου δώσει αγόρι.Έ­μεινα έγκυος και την προηγούμενη μέρα από τη γέννα πέρασε ο Χαραλάμπης από το σπίτι μου,αλλά, επειδή εγώ είχα πάει να φέρω νερό,δεν με βρήκε.Είδε τις μικρές κόρες μου και τους είπε:-Πείτε στη μάννα σας ότι,αυτό πού ζήτησε,θα της το δώσει ο Θεός σε λίγες ώρες.Πράγματι,την άλλη μέρα γέννησα το γιο μου τον Ευ­στάθιο.Μετά αναρωτιόμαστε με τον άντρα μου,πώς ο Χαραλάμπης ήξερε την ήμερα πού θα γένναγα και ότι το παιδί θα ήταν αγόρι!Κάποια φορά κάναμε αγρυπνία στο μοναστήρι της Κοιμή­σεως της Θεοτόκου. Έκανε πολύ κρύο και χιόνιζε.Ό Χαραλάμπης κάποια στιγμή έφυγε από την αγρυπνία και βγήκε έξω.Όταν τελείωσε ή αγρυπνία και βγήκαμε από την εκκλησία,τον είδαμε ξαπλωμένο κατά γης·κοιμόταν πολύ βαθιά και επάνω του ήταν ένα παχύ στρώμα από χιόνι.Όλοι οι Χριστιανοί τον λυπηθήκαμε και τον ξυπνή­σαμε-αυτός,θυμάμαι,μας είπε το έξης θαυμαστό:-Αχ...τι μου κάνατε... Ήμουνα παρέα με τους αγ­γέλους! Πήγαν κάποιοι στην ηγουμένη Καλλίνικη και της είπαν ότι ο Χαραλάμπης δεν είναι καλός άνθρωπος,γιατί δέ­χεται και του ρίχνουν νερό τα κορίτσια και λούζεται και γιατί χορεύει στα πανηγύρια.Όταν πήγε ο Χαραλάμπης στο μοναστήρι,ή ηγουμένη τον μάλωσε και του είπε να μην ξαναπατήσει στο μοναστήρι.Ό Χαραλάμπης,αφού την άκουσε με προσοχή,μετά από λίγο της είπε:-Κάνω τον Ανδρέα τον σαλό.Μου χρειάζεται ταπεί­νωση,γι' αυτό κάθομαι να με χλευάζουν.Τί θέλεις;Να φορέσω κουστούμι και γραβάτα και να κάνω τον κύριο;Ή ηγουμένη Καλλίνικη,όταν άκουσε αυτά,του ζήτησε συγχώρεση και του έβαλε μετάνοια.Στην κορυφή του Ταΰγετου είναι ένα εκκλησάκι Προφή­της Ηλίας· θυμάμαι κάποτε μου είχε πει:-Με πήρε σύννεφο,με πήγε στο εκκλησάκι και άνα­ψα τα καντήλια,ούτε κατάλαβα πώς πήγα...Την εποχή της κατοχής πήγαινε προς τον Αλμυρό και στο χέρι του κρατούσε το φαναράκι του.Οι Γερμανοί,όταν τον είδαν του φώναξαν «"Αλτ..."Αλτ..."Αλτ...», αλλά αυτός συνέχιζε το βάδισμα· του έριξαν πολλές σφαίρες και θυμάμαι μου είπε:-Γέμισε το σακάκι μου,αλλά δεν με πήρε καμία...Οι Γερμανοί τον πλησίασαν,τον σταμάτησαν και τον κοίταξαν,ο Χαραλάμπης τους είπε:-Να πιστεύετε στο Χριστό.Ιδού γαρ και λέγομεν και λέγομεν,γαρ... γαρ... γαρ.Και συνέχισε το δρόμο του.Οι Γερμανοί έμειναν ακίνητοι και τον κοίταζαν με απορία και θαυμασμό. Κάποια φορά,πού ήταν άρρωστος,τον φιλοξενούσα στο σπίτι μου.Έτρωγε πολύ λίγο,νήστευε πολύ,ακόμη και το νερό.Δε δεχόταν να κοιμηθεί σε κρεββάτι, διπλωνό­ταν με ένα σακί,έβγαινε έξω από το σπίτι και κοιμόταν στην αυλή. Κάποιες φορές με κοίταζε και μου έλεγε:-Ήμουν στη Μακεδονία και δεν ξέρω με ποιο τρό­πο,ούτε με λεωφορείο,ούτε με ζώο,ούτε με τα πό­δια,βρέθηκα στην Ομόνοια στην Αθήνα.Όλοι οι θεοφοβούμενοι άνθρωποι τον σεβόντουσαν και τον αγαπούσαν,λίγοι ασεβείς τον κορόιδευαν και τον έλε­γαν Ζουρλοχαραλάμπη, κολλητσιδιάρη.Ό Χαραλάμπης απ` όπου και αν περνούσε κήρυττε την Ορθοδοξία και έλεγε δυνατά:-Σήμερα είναι ή τάδε γιορτή με το Παλαιό,μετανοείτε,γυρίστε στην Ορθοδοξία.Κάποια εποχή είχα πάει με την οικογένεια μου στην Αθή­να και εκεί δούλευα.Όταν ήρθα για κάποιο λόγο στην Καλαμάτα,έμαθα ότι ο Χαραλάμπης είναι πολύ άρρω­στος στο σπίτι του Ηλιόπουλου.Ξεκίνησα και πήγα να τον δω.Μόλις με είδε χάρηκε και μου είπε:-Σήμερα σε περίμενα,ήξερα ότι θα έρθεις.Για μένα ο Χαραλάμπης ήταν ο σωτήρας μου,αυτός μου ανάστησε τα παιδιά μου με τα τρόφιμα πού μου έφερνε.Ήταν άγιος άνθρωπος,κήρυκας της Ορθοδοξίας και πολύ ελεήμων,αιωνία του ή μνήμη!Πληθωρική ή διήγηση του Ιωάννη Ανδριόπουλου,γεμάτη θαυμαστά και παράδοξα:Κατάγομαι από το Λατζωνάτο Τριφυλλίας και κατοικώ στο Ασπρόχωμα Καλαμάτας.Τον Χαραλάμπη τον θυμάμαι από παιδάκι,γιατί ερχόταν στο χωριό μου και άναβε τα καντήλια στα εξωκλήσια.Στα χωριά πού περνούσε,σε γνωστούς και σε αγνώστους έλεγε:-Γυρίστε με το Παλαιό.Σήμερα είναι αυτή ή γιορτή με το Παλαιό.Το Παλαιό Εορτολόγιο είναι το σω­στό και αυτό να ακολουθήσετε.Εκκλησιαζόταν και κοινωνούσε μόνο στο μοναστήρι του Παναγουλάκη και στον Άγιο Ισίδωρο. Θυμάμαι κάποια φορά,πού ήμουν στο καφενείο του Ανδρόνικου Καραμπάγια, ήρθε εκεί και ο Χαραλάμπης.Τον φώναξα στο τραπέζι μου,τον κέρασα και του είπα: -Παπουλάκη,λέω να πάω αύριο στον Άγιο Γεώργιο στους Χρόνους.-Να πάς, αλλά να μην αφήσεις φράγκο στην εκ­κλησία,γιατί τα παίρνει αυτός ο μπεκρής και μας ξεφτιλίζει.-Παπουλάκη,δεν μπορώ να πάω και να μην αφήσω κάτι στην εκκλησία.-Εκείνο πού σου λέω εγώ να κάνεις,γιατί θα δια­τάξω και θα σε κόψει το τραίνο,αλλά δεν θέλω να σε κόψει,να σε σούρει όμως να γελάσει ο κόσμος.Έφυγα από το καφενείο,πήγα σε μια εξαδέλφη μου στο Νέο Κόσμο και μετά πήγα στη στάση,για να πάρω το τραίνο να πάω στο σπίτι μου.Εκεί πού περίμενα,χωρίς να το καταλάβω,βρέθηκα κοντά στις ράγες.Πέρασε το τραίνο με έσουρε,μου έσκισε το παντελόνι και,όπως είπε ο Χαραλάμπης,γέλασε ο κόσμος!

Πριν πάει στο σπίτι του Ηλιόπουλου,έμενε στην καλύβα των Καραχαλαίων στο Ασπρόχωμα.Τα βράδια πήγαινα συχνά,άναβα τη φωτιά και του έκανα παρέα.Κάποια ήμερα πήγα γύρω στα μεσάνυχτα,τον είδα να κοιτάζει προς τα επάνω,δεν ανέπνεε όμως καθόλου,ήταν σαν νεκρός.Επειδή πίστευα και πιστεύω ότι ο Χαραλάμπης δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος,αλλά ένας μεγάλος ασκητής της εποχής μας,κάθισα και περίμενα να δω το απο­τέλεσμα.Μετά από αρκετή ώρα άκουσα ένα «χράκ» από το στόμα του και αμέσως μου λέει:-τί υπέροχα ήταν εκεί!-τί είδες παπουλάκη;του είπα.-Είδα χιλιάδες Αγγέλους,Αγίους,Αγίες και την Παναγία μας να υμνούν το Χριστό.Ό Χριστός δεν βλέπεται,γιατί λάμπει· και ή Παναγία μας λάμπει,αλλά βλέπεται.Έλεγε και άλλα σε μια ξένη γλώσσα,πού εγώ δεν κατα­λάβαινα· τον ρώτησα,τι σημαίνουν αυτά και μου είπε:-Είναι οι επτά λέξεις πού μου έδωσε ο Χριστός!Είπε τις λέξεις,αλλά ήταν ξενικές και δεν τις συγκρά­τησα.Συνεχίζεται...

Αντιγραφή από το Ιστολόγιο ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ.Τίτλος,επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Χαραλάμπης ο Δια Χριστόν Σαλός

ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ Ο ΣΑΛΟΣ ΔΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Την εποχή του αντάρτικου,όλη η οικογένειά μου είχαμε φύγει από το χωριό κι είχαμε πάει στήν Καλαμάτα.Μέναμε κοντά στον Άγιο Δημήτριο του Συντάγματος.Μια μέρα που είμαστε στο σπίτι,ήρθε ο Χαραλάμπης και κάθησε στο πηγάδι.Τότε μου είπε:-Θέλω να μου καθαρίσεις δυο φραγκόσυκα,εσύ κι όχι άλλος.Εγώ πήγα μέσα στην κουζίνα,που ο πατέρας μου συζητούσε με τον Λάμπρο τον Παπαμικρουλέα και είπα,ότι έξω στο πηγάδι ήταν ο Χαραλάμπης κι ήθελε να φάει δυο φραγκόσυκα,αλλά ήθελε να του τα καθαρίσω μόνο εγώ.Ο Λάμπρος μου είπε:-Φέρ' τα εδώ να τα καθαρίσω εγώ.Πού θα με δει ο Χαραλάμπης;Μόλις ο Λάμπρος τα καθάρισε,τα πήρα εγώ και του τα πήγα.Μόλις με είδε,μου είπε:-Πέτα τα,πέτα τα-σ'αυτόν τον βλάστημο,στό μαγαρισμένο έδωσες να τα καθαρίσει;Ο Παπαμικρουλέας το άκουσε,αλλά δεν έβγαλε μιλιά.Θυμάμαι ότι,όταν το 1935 πέρασε από τον Άγιο Κωνσταντίνο,που μέναμε όλη η οικογένειά μου,κατεβήκαμε μαζί στην Καστανέα.Ο Χαραλάμπης πήγε στην εκκλησία του χωριού.Μόλις μπήκε μέσα,ο παππάς,που διάβαζε το Ευαγγέλιο,σταμάτησε να διαβάζει και είπε στον επίτροπο να τον βγάλει έξω από την εκκλησία.



Ο Χαραλάμπης,όμως ξαναμπήκε.Ο επίτροπος τον ξαναέπιασε και τον έβγαλε έξω για δεύτερη φορά. Τότε ο Χαραλάμπης τους είπε:-Καταραμένοι,φέτος κάνατε σιτάρι και τρώτε. Άλλη χρονιά δεν πρόκειται να ξανακάνουτε.Είπε στον παππά:-Η τελευταία ψυχή θα σε κόψει κι εσύ θα βρωμίσεις.Και στον επίτροπο είπε:-Θα λάβεις θάνατο από άνέλπιστα χέρια και η γη δεν θα σε λιώνει.Όλα πραγματοποιήθηκαν!Στο χωριό δεν ξανάγινε σιτάρι.Ο παππάς είχε εννέα παιδιά.Του πέθαναν όλα και του είχε μείνει ένα κορίτσι,που τ' αγαπούσε πολύ.Αρρώστησε όμως.Γι' αυτό και πέθανε.Ο παππάς ήταν απαρηγόρητος.Αρρώστησε και ο ίδιος από προστάτη.Τότε του έκαναν εγχείρηση και του έβαλαν σωληνάκι από το πλάι,για να βγαίνουν τα ούρα, με αποτέλεσμα να βρωμάει.Στή Δίμιοβα,οι αντάρτες σκότωσαν τον έπίτροπο. Μετά από τρία χρόνια,που πήγαν στην Δίμιοβα να τον ξεθάψουν και να πάρουν τα οστά του στο χωριό,τον βρήκαν άλυωτο.Όταν ο Χαραλάμπης πήγε στην εκκλησία που έγιναν τα πιο πάνω,έφυγε και περπατούσε σ'ένα δρόμο του χωριού κουνώντας τα χέρια του και λέγοντας:-Ιδού γαρ και λέγομεν και λέγομεν,γαρ,γαρ,γαρ.Εγώ είχα ξεχώσει κάτι και γύρισα να το πάρω.Μόλις με είδε ο Χαραλάμπης,μου είπε:-Το βλέπεις αυτό το σπίτι;Εδώ θα γίνουν τρεις φόνοι σε μια μέρα.Πράγματι,την εποχή του αντάρτικου,κάποιος μπήκε σ' αυτό το σπίτι και σκότωσε την μάννα με τις δύο κόρες της.Κάποτε είχα πάει με τον πάτερ Δημήτριο στους Αγίους Αναργύρους στην Θούρια να κάνουμε αγρυπνία κα Λειτουργία.Το πρωί που ξημέρωνε η γιορτή των Αγίων,είχε έρθει και ο Χαραλάμπης.Κοιμήθηκε όμως έξω από την πόρτα της εκκλησίας.Τό πρωί,μετά την Λειτουργία,μου έδωσε ένα μπουκάλι με Αγίασμα,απ' αυτό που στάζει μέσα στην εκκλησία και μου είπε:-Κράτα το αυτό,θα σου χρειαστεί.Μετά από λίγο αρρώστησε το παιδί του αδερφού μου.Είχε πάθει το αυτί του κι' έτρεχε στους γιατρούς της Καλαμάτας και της Αθήνας.Μάταια όμως.Τό παιδί δεν άκουγε καθόλου.Τότε κι' εγώ πήρα τον Αγιασμό,που μου είχε δώσει ο Χαραλάμπης και του έρριξα λίγο.Αμέσως το αυτί του ξεβούλωσε και το παιδί έγινε καλά.

 

ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ


Η Κωνσταντίνα Γεωργακοπούλου,64 ετών,κάτοικος Καλαμάτας, θυμάται:Κατάγομαι από την Μεγαλόπολη και όλη η οικογένειά μου ακολουθούσε το Ορθόδοξο Εορτολόγιο.Όταν ήμουν κοπέλλα,είχα άκούσει για τον Χαραλάμπη κι είχα έπιθυμία να τον γνωρίσω.Ο αδερφός μου ο Ευάγγελος μου έλεγε ότι,όταν έβγαινε από τό Ιερό με την λαμπάδα-βοηθούσε τον Ιερέα στην Θεία Λειτουργία-ο Χαραλάμπης τον σκαμπίλιζε.Αυτό το είχε κάνει επανειλημμένα,και ταυτόχρονα, μετά την Λειτουργία,τον έπαιρνε και του έλεγε:-Ιδού γαρ και λέγομεν και λέγομεν.Έλα να μου γράψεις αράβικα.Ο αδερφός μου είχε ξεχάσει το σκαμπίλι και εκτελούσε ό,τι του έλεγε ο Χαραλάμπης.Το σκαμπίλι του το έδινε,επειδή φορούσε πουκάμισο με κοντό μανίκι.Ένα μεσημέρι πήγα να πάρω με μια στάμνα νερό από το πηγάδι του μοναστηριού και σκεφτόμουν,πότε θα δω κι εγώ τον Χαραλάμπη.Ανεβαίνοντας το τελευταίο σκαλί τον είδα μπροστά μου.Τρόμαξα πολύ.Είδα έναν άνθρωπο ξυπόλητο,μ' ένα σακκί στην μέση του,τα μαλλιά του γεμάτα κολλητσίδες και αχτένιστα.Άρχισε να μου λέει:-Ιδού γαρ και λέγομεν και λέγομεν.Να κάνεις Λειτουργίες,Λειτουργίες,Λειτουργίες.Ενώ πήγα να τον ρωτήσω,πού να τις κάνω τις Λειτουργίες,τότε αυτός άρχισε να μου μιλάει αράβικα και αυτομάτως τον έχασα.Κοίταξα παντού,αλλά δεν τον είδα πουθενά.Μετά τον θάνατο του πατέρα μας,το 1954,μετακομίσαμε στην Καλαμάτα.Μέναμε σε δικό μας σπίτι,κοντά στο μοναστήρι του Παναγουλάκη.Ο Χαραλάμπης ερχόταν τακτικά στο σπίτι μας,πάντα με την ίδια εμφάνιση,έτρωγε μόνο ρύζι νερόβραστο και κοιμόταν στην αυλή με το σκαλοπάτι για μαξιλάρι. Κάποια μέρα μου έδωσε λίγα κέρματα,δεκάρες και δραχμές και μου είπε να τα φυλάξω.Εγώ τα έβαλα σ'ένα σακκουλάκι μέσα στο μπαούλο μας και τα κλείδωσα, γιατί έτσι με είχε διατάξει.Έφερνε συνέχεια και μου έδινε δραχμούλες ή δεκάρες. Αυτό γινόταν για δυο χρόνια περίπου.Στό τέλος ήρθε και μου είπε:-Να μου δώσεις τα χρήματα.Τόσα είναι.Εγώ του είπα να τα μετρήσω,γιατί δεν ήξερα πόσα ήταν και,ούτε τα είχα μετρήσει ποτέ μου.Όταν τα έβγαλα από το μπαούλο και τα μέτρησα,ήταν πράγματι τόσα,όσα μου είχε πεί.Τό γεγονός αυτό,μου έκανε μεγάλη εντύπωση.Όταν πέθανε η μητέρα μας,καθόταν κι έκλαιγε απαρηγόρητος.Τότε του είπαν οι γείτονες.-Μπάρμπα Χαραλάμπη,γιατί δεν πηγαίνεις να συλλυπηθής τα κορίτσια για την μητέρα τους;Τότε είπε:-Λυπάμαι,λυπάμαι,συγκινούμαι.Δεν μπορώ να πάω.'Εστειλε όμως ένα μπουκάλι λάδι,για ν΄ανάβουμε το καντήλι της μητέρας μας σαράντα ημέρες,ακοίμητο.Πάντα μας έστελνε με τις γειτόνισσες πορτοκάλια,σαρδέλλες κι΄ άλλα μικροπράγματα και τους έλεγε να έρχονται να μας παρηγορούνε,γιατί αυτός δεν άντεχε να έρθει.Πολύ σεβόταν κι εκτιμούσε την μητέρα μας.Όταν έμαθε,ότι ήταν ετοιμοθάνατη στο Νοσοκομείο της Καλαμάτας, πήγε να την δει και της πρόσφερε κι' ένα κλωνάρι βασιλικό.Όπου βρισκόταν μιλούσε για την Ορθοδοξία,για το «Παλαιό».Εκτιμούσε πολύ την μητέρα μου.Ήταν κήρυκας της Ορθοδοξίας.Εκκλησιαζόταν στο μοναστήρι του Παναγουλάκη και δεν πήγαινε να κοιμηθεί σε κάποιο κελλί,αλλά σ' έναν αχυρώνα του μοναστηριού.Τό 1951 οι Νεοημερολογίτες έκαναν διωγμό εναντίον μας. Έστελναν έξορία τους ιερείς μας και τους μοναχούς μας,τους αποσχημάτιζαν και τους έστελναν στα σπίτια τους.Τότε λοιπόν,ήρθε στο σπίτι μας στην Μεγαλόπολη ο μοναχός Αγαθάγγελος Βούρδουλας από το μοναστήρι του Παναγουλάκη και μου διηγήθηκε ένα περιστατικό,που το είδε με τα ίδια του τα μάτια.Ένα βράδυ,όπως βγήκε έξω από το κελλί του,βλέπει τον Χαραλάμπη να περπατάει πάνω από το έδαφος,να πετάει!Αριστερά και δεξιά του είδε δύο φώτα.Αυτό του έκανε μεγάλη εντύπωση και σε μια συζήτηση,που είχε με την ηγουμένη Καλλινίκη,μοναχή της Αγίας Παρασκευής,της είπε,ότι είδε αυτό,το εντυπωσιακό γεγονός.Αυτή του είπε:-Εγώ τον έχω δει πολλές φορές.Ακόμη θυμάμαι,ότι κάποια μέρα ήρθαν οι γειτόνισσες και μου είπαν:-Έλα να δεις τον Χαραλάμπη,που χορεύει επάνω στο τραπέζι του καφενείου.Εγώ όμως δεν πήγα να δω,αλλά,όταν ήρθε στο σπίτι μας, του έκανα παρατήρηση.Δεν μου είπε απολύτως τίποτα.Η κυρία Διαμαντούλα Καλογερέα,που πήγαινε με το Παλαιό Εορτολόγιο,μου είχε πεί,ότι μια μέρα ο Χαραλάμπης πήγε στο σπίτι της και της έδωσε δύο αγγούρια για να τα πάει σε δύο Εγγλέζους,που νοσηλεύονταν στο Αλεξανδράκειο Νοσοκομείο Καλαμάτας. Αυτή ντράπηκε να πάει δυο αγγούρια στους Εγγλέζους και τα έβαλε στο μπαούλο της για να μην τα πάρουν τα παιδιά της και τα φάνε.Πέρασε καιρός.Πήγε ο Χαραλάμπης στο σπίτι της και της είπε:-Δεν φτάνει που δεν πήγες τ' αγγούρια στους Εγγλέζους,δεν τα έδινες τουλάχιστον στα παιδιά σου να τα φάνε,που τα έβαλες στο μπαούλο και σαπίσανε;Η κυρία Διαμαντούλα έλεγε και αναρωτιόταν, πως ήξερε ο Χαραλάμπης,ότι τ' αγγούρια δεν τα πήγε και,ότι τα είχε βάλει στο μπαούλο...


ΤΟ ΚΑΚΟ ΘΑ ΕΡΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ


Έχω ακούσει,ότι από το 1924 ο Χαραλάμπης άρχισε την ζωή του ερημίτη,όταν δηλαδή γύρισε το Ημερολόγιο και μετά.Ο Χαραλάμπης ήταν συγγενής του πατέρα μου.Η γιαγιά μου ήταν το γένος Ρούμπου και καταγόταν από το Νιοχώρι Αρκαδίας,ενώ ο Χαραλάμπης από το Δυρράχι Αρκαδίας.Ερχόταν συχνά στο σπίτι μας με τα μαλλιά του άπλυτα και αχτένιστα και μ' ένα σακκί στην μέση του. Πολλές φορές έτρωγε και συζητούσε με τον πατέρα μου.Κάποιες φορές του έριχνα νερό να λουστεί και θυμάμαι κάποτε,που του έριχνα νερό,του είπα:-Να, που με αξίωσε ο Θεός να λούσω έναν προφήτη.Αυτός μου απάντησε:-Το έχεις καταλάβει;Τού έδωσα καινούργια,καθαρή πετσέτα να σκουπιστεί και μου είπε:-Σ'εμένα,το κτήνος,θα το δώσεις αύτό;Δεν ήθελε να φορέσει,ούτε να σκουπιστεί με καινούργιο ρούχο.Ταπείνωνε πολύ τον εαυτό του.Κάποιο Πάσχα,τον είχε καλέσει στο σπίτι του κάποιος με το επώνυμο Δημητρακόπουλος.Το παρατσούκλι του ήταν Καραχάλιος.Αφού έκαναν Ανάσταση,ο Δημητρακόπουλος ή Καραχάλιος του έλεγε να καθήσει κι' άλλες ημέρες.Τότε ο Χαραλάμπης του είπε:-Θα φύγω,δεν πρέπει να μείνω.Αλλά θα φύγω στις δύο την νύχτα.Σήκω να με δεις.Πράγματι ο Δημητρακόπουλος σηκώθηκε,και τον είδε να φεύγει...χωρίς να πατάει στο έδαφος.Περπατούσε στον αέρα!Μια Κυριακή,μετά την Λειτουργία,έξω στην αυλή της εκκλησίας,με πλησίασε και μου είπε:-Βράσε μου ρύζι με ντομάτα,αλλά να μην βάλεις λάδι.Του είπα:-Σίγουρα θα έρθεις;-Ναι, στη μία θα είμαι εκεί, μου είπε.Το φαγητό του ήταν τσάι και ρύζι.Πήγα στο σπίτι μου κι άρχισα να μαγειρεύω. Έριξα περισσότερο ρύζι,για να βγει περισσότερο φαγητό.Μόλις είπα της αδερφής μου,ότι ο Χαραλάμπης μου είπε να μην του ρίξω λάδι,μου είπε:-Τον μουρλό, ρίχτου λάδι.Σήμερα είναι Κυριακή.Τρώνε και λάδι και κρέας,απ' όλα τρώνε.Εγώ, όμως του ετοίμασα για φαγητό δύο πιάτα,ένα μεγάλο κι ένα μικρό,χωρίς να του ρίξω λάδι.Όταν ήρθε,έκανε τον σταυρό του,κάθισε στο τραπέζι και μου είπε: -Ας γίνει συχώριο.Με ρώτησε:-Μήπως έβαλες λάδι στό φαγητό;Εγώ του είπα:-Όχι, Χαραλάμπη.Αμέσως μου είπε:-Ξέρεις,γιατι στο λέω;Γιατί η αδελφή σου,σου είπε να ρίξεις λάδι και με είπε μουρλό!Κάποιο βαρύ χειμώνα,ο Χαραλάμπης ήταν στο σπίτι του κουμπάρου μας του Βλαχογιώργη και καθόταν δίπλα στο τζάκι.Κάποια στιγμή πήγα μαζί με την κουμπάρα μας να του στρώσουμε,να κοιμηθεί.Μόλις είδα τα κουρελιασμένα λιόπανα,που θα κοιμόταν,τον λυπήθηκα τόσο πολύ,που η καρδιά μου άρχισε να χτυπά με ταραχή.Είπα μέσα μου:-Το κακόμοιρο...Αμέσως κατάλαβε το,πως αισθανόμουν και τον λογισμό,που είχα και μου είπε:-Έτσι ζούσαν oι προφήτες κι όλοι οι Άγιοι.Ο διευθυντής του Σανατορίου στον Προφήτη Ηλία ήξερε Γαλλικά.Κάποια μέρα βλέποντας τον Χαραλάμπη,άρχιοε να του μιλάει στα Γαλλικά.Αμέσως ο Χαραλάμπης άρχισε να του μιλάει κι αυτός στα Γαλλικά!Μόλις τον άκουσε ο διευθυντής,τα έχασε και ταράχτηκε πολύ.Κάποια φορά είχε κυκλοφορήσει μια φήμη,ότι ο Χαραλάμπης πέθανε.Ήταν Μεγάλη Σαρρακοστή.Οι φήμες έλεγαν,ότι πέθανε στον Άγιο Χαράλαμπο και βρωμούσε. Εγώ το άκουσα,αλλά δεν πίστεψα τίποτα.Δεν πέρασε πολύς καιρός και είδα τον Χαραλάμπη.Του είπα:-Χαραλάμπη,καλά είσαι;Μου είπε:-Καλά είμαι.Όλοι είπαν, ότι πέθανα,μόνο εσύ δεν το πίστεψες.Όταν τον είδε ο πάτερ Χριστόφορος,του είπε:-Χαραλάμπη,που ήσουν;Εγώ σε μνημόνευα για πεθαμένο.-Καλύτερα,είπε με ταπείνωση.Κάποιος Έλληνας Καλαματιανός,που κατοικούσε στην Αμερική, έδωσε σε κάποιον Ιωάννη Χανδρινό καινούργια και ακριβά παπούτσια,για να τα δώσει στον Χαραλάμπη.Αυτός σκέφτηκε,ότι ο Χαραλάμπης δεν θα τα φορούσε, και πήγε και του αγόρασε άλλα,πιο φθηνά,από την Καλαμάτα.Μια μέρα βρίσκει τον Χαραλάμπη και του είπε:-Χαραλάμπη,έχω να σου δώσω κάτι παπούτσια.Τα έστειλε ο τάδε από την Αμερική.Τότε του είπε:-Θέλω τά παπούτσια από την Αμερική,όχι αυτά που αγόρασες από την Καλαμάτα!Όταν είχε αρρωστήσει ο αείμνηστος Σεβασμιώτατος Χρυσόστομος Πουλουπάτης,πήγε να τον δει και ο αρχιμανδρίτης Ιωήλ Γιαννακόπουλος,ο οποίος είχε εξωμόσει και γυρίσει με το Νέο Ημερολόγιο.Δίπλα στο κρεββάτι του Σεβασμιωτάτου ήταν ο πάτερ Αντώνιος και ο Χαραλάμπης.Μόλις ο πάτερ Αντώνιος είδε τον Ίωήλ,είπε:-Τό αίμα νερό δεν γίνεται...Ο Χαραλάμπης είπε στον Ιωήλ:-Αύτός (γιά τό Σεβασμιώτατο) κάθησε εδώ,ενώ εσύ είσαι αρνητής τού Χριστού!

Όταν ένας από τ’ αδέλφια μου,ο Ηλίας, έφυγε για στρατιώτης,ο Χαραλάμπης ήρθε στο σπίτι μας και μου είπε:-Πάμε μέσα ν' ανάψουμε το καντήλι του σπιτιού,για να πάει φως στον στρατιώτη.Πράγματι,άναψε ο ίδιος το καντήλι με το δικό του λάδι και μου είπε:-Θα περάσει καλά στο στρατό και θα βρει έναν συγγενή σας με κορώνα.Ο αδερφός μου παρουσιάστηκε στην Καλαμάτα και μόνο αυτός πήρε απόσπαση για την Αθήνα.Στην Μονάδα που πήγε,βρήκε δεύτερο εξάδερφο της μητέρας μου, συγγενή μας αξιωματικό,ονόματι Χριστόφορο Βαλσαμάκη.Και πράγματι,όπως είχε πεί ο Χαραλάμπης,πέρασε πολύ καλά.Ένας οδηγός,ονόματι Μαλαβάζος, έλεγε,ότι ερχόταν στην Καλαμάτα με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ,που εργαζόταν και είπε στον εισπράκτορα:-Φώναξε τον Χαραλάμπη να έρθει μέσα,γιατι θα γίνει μούσκεμα από την βροχή.Όταν ο Χαραλάμπης ανέβηκε στο λεωφορείο,όλοι είδαν μ έκπληξη,ότι δεν είχε βραχεί καθόλου!Στο σπίτι μου έχω μια εικόνα χάρτινη,την Σταύρωση του Χριστού,την οποία η μητέρα μου είχε αγοράσει από κάποιον πλανόδιο,ο οποίος έλεγε,ότι οι εικόνες που πουλούσε ήταν από το Άγιον Όρος. Μιά μέρα,που ο Χαραλάμπης ήρθε στο σπίτι μας,είδε μια εικόνα απ' αυτές και μου είπε:-Αυτή η εικόνα πρέπει να είναι σε εκκλησία,γιατι έχει έρθει από άγιο μέρος!...Συνεχίζεται...

Εισαγωγή στο διαδίκτυο,στο μονοτονικό σύστημα ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.Αποσπάσματα από το βιβλίο ''ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ''.Έκδοση της Ιεράς Μονής Παναγουλάκη Μεσσηνίας.Έτος 1993.Δεύτερη έκδοσις 1994,Τρίτη 1998.Ιερά Μονή Παναγουλάκη,Καλαμάτα,241 00.Εισαγωγή,τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.

Χαραλάμπης Ο Διά Χριστόν Σαλός


ΧΑΡΑ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΠΟΥ ΔΑΚΡΥΖΟΥΝ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΠΟΝΑ


 


 

Τα ενδύματά του φτωχά και τα σκεπάσματα του παλιά τσουβάλια. Άνοιγε μια τρύπα στα τσουβάλια, φορούσε τέσσερα -πέντε από αυτά κι έτσι περνούσε τους χειμώνες, δίπλα στο τζάκι.

 
 

Έλεγε ο Γέροντας Ιωακείμ πριν την αλλαγή τού ημερολογίου, την Κυριακή της Ορθοδοξίας το εσπέρας, είδαν μία λευκή ταινία στον ουρανό, από την ανατολή ως τη δύση, που τον χώριζε στα δύο. Όλοι είπαν ότι κάτι το σοβαρό θα συμβεί. Πατέρες που είχαν έλθει από τον κόσμο έλεγαν πως μία δαιμονισμένη, αν έβλεπε μοναχό, έλεγε: Θα έλθω στο Όρος και θα κάνω κάθε καλύβα μητρόπολη, κάθε κελλί αρχιεπισκοπή, κάθε ησυχαστήριο Οικουμενική Σύνοδο και κάθε μοναστήρι πατριαρχείο. Όταν άλλαξε το ημερολόγιο ήλθε ο πειρασμός και χώρισε τους πατέρες.Και τότε κατάλαβαν,πως αυτοί,που έφεραν το νέο ημερολόγιο,δήθεν για λόγους αστρονομίας,έφεραν τον ίδιο τον πειρασμό μέσα στην Εκκλησία.Όταν διάβασαν και την εγκύκλιο του 1920,περί νέου ημερολογίου για να εορτάζεται το Πάσχα σχεδόν ταυτόχρονα από Ορθοδόξους και Καθολικούς,κούνησαν απογοητευτικά το κεφάλι...

 
 

Ο παπα-Ιωνάς ο Καυσοκαλυβίτης (+1765), ο υποτακτικός και βιογράφος τού οσίου Ακακίου, έλεγε: Θα έλθει ένας καιρός που οι πατέρες θ' ακούνε την καμπάνα τού Κυριάκου και θα πηγαίνουν άλλου και όχι στο Κυριάκο. Κι έλεγε ο οσιακής βιοτής μακάριος παπα-Ιωνάς: Πατέρες μη χωρίζετε από την καμπάνα τού Κυριακού, μην κάνετε ανυπακοή στην καμπάνα.... Και άλλοτε έλεγε: Εύχεσθε πατέρες εκτενέστερον, να μην έλθει εκείνη η ώρα, αλλά δεν θα την αποφύγετε. Θα δημιουργηθούν φατρίες και θα τυραννήσουν τον τόπο....Ο Γ. Αρσένιος είχε πει στον Γ. Ιωακείμ με παράπονο για την αποτυχία τού ζητήματος του ημερολογίου: Οι πατέρες πριν πάνε έξω, για να εργασθούν κι ενεργήσουν για τη διόρθωση τού ημερολογίου, είχαν τη σύμφωνη γνώμη του εγκλείστου Καλλινίκου του Ησυχαστοϋ τού Κατουνακιώτου.Έλεγε ο Γ. Ιωακείμ πως καλό είναι ο μοναχός να γίνεται μεγαλόσχημος. Τη γνώμη αυτή έχουν όλοι οι καλοί παλαιοί πατέρες. Αυτό που κάνουν ορισμένοι, να γίνονται την τελευταία ώρα, όταν καταλάβουν ότι θα πεθάνουν, θεωρείται ως η θυσία τού Κάϊν, ότι τη νεότητά τους δεν την έδωσαν στον Χριστό, παρά μόνο τα γεράματα τους. Όταν μπορούσαν, ως νέοι, να κάνουν αγώνες δεν έκαναν, λέγοντας πως θα κάνουν όταν γεράσουν. Μα όταν γεράσουν και να θέλουν δεν μπορούν να κάνουν μετάνοιες, μεγάλες νηστείες κι αγρυπνίες.Λέγεται πως οι παλαιοί Ξηροποταμηνοί μοναχοί γίνονταν με ρασοευχή κι ορισμένοι ούτε σταυροφόροι. Κάποτε πήγε ένας Ξηροποταμηνός στον παράδεισο κι απόρησαν οι εν τω παραδείσω Ξηροποταμηνοί που τον είδαν, νομίζοντας, ότι το μοναστήρι τους είχε καταστραφεί και δεν έχει μοναχούς και τού έλεγαν: Από τα άλλα μοναστήρια έρχονται τακτικά πατέρες, ενώ από το δικό μας έχουμε καιρό να δούμε κι έρχεσαι εσύ, ύστερα από αρκετά χρόνια. Αυτό οφείλεται στ' ότι οι άξιοι μεγαλόσχημοι είναι οι μοναχοί εκείνοι που θ' αναπληρώσουν το εκπεσών τάγμα τού εωσφόρου. Οι σωζόμενοι ρασοφόροι και σταυροφόροι μοναχοί πηγαίνουν σε άλλο τόπο τού παραδείσου. Ο Ξηροποταμηνός μοναχός που πήγε με τους άλλους ήταν μεγαλόσχημος.Το να γίνεται κανείς σε μεγάλη ηλικία μεγαλόσχημος παρατηρείται συχνά στους Ρώσους, οι οποίοι υπερτιμούν το μέγα αγγελικό σχήμα λέγοντας: Αν δεις ένα πατριάρχη κι ένα μεγαλόσχημο, πρώτα θα φιλήσεις το χέρι τού μεγαλόσχημου. Γι' αυτό και στη Ρωσία γενικώς γίνονται λίγοι μεγαλόσχημοι. Εμείς όμως δεν έχουμε τέτοια παράδοση κι ούτε σημαίνει πως οποίος δεν είναι μεγαλόσχημος τού επιτρέπεται ν' αμελεί τα μοναχικά του καθήκοντα.Έλεγε ο Γέροντας Ιωακείμ πως πρόλαβε στο Άγιον Όρος πολύ καλούς πατέρες. Βέβαια οι καλοί δεν φαίνονται, κρύβονται. Υπήρχαν όμως αληθινοί αγωνιστές και άνθρωποι μεγάλης υπομονής. Επίσης είχαν πενία, κόπωση, μεγάλες ακολουθίες, πολύωρες ορθοστασίες, πολλές αγρυπνίες και στα μοναστήρια και στα καλύβια. Τότε έβγαζαν το ψωμί με τον ιδρώτα τους, δεν περίμεναν, δεν είχαν και δεν ήθελαν βοήθεια από τους κοσμικούς, όπως σήμερα. Πολλοί πατέρες αγόραζαν μόνο ενδύματα, τα όποια συχνά τα μπάλωναν, και αλάτι. Αρκούνταν σε αυτά που παρήγαγαν. Ούτε έβγαιναν συχνά από το Άγιον Όρος, αρκετοί, τότε, δεν είχαν βγει ποτέ από τότε που ήλθαν. Μόνο στα Κελλιά που είχαν πολλές λεπτοκαρυές και ιδίως σ' εκείνα που ήσαν αγιογράφοι περνούσαν ίσως κάπως πιο άνετα. Το εργόχειρο της αγιογραφίας απέδιδε, γιατί τότε, η λεγόμενη αγία Ρωσία, έκαμε πολλές παραγγελίες στο Άγιον Όρος εικόνων, για τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της, από ευλάβεια, και το θεωρούσε ιδιαίτερη ευλογία να έχει κάτι από το Περιβόλι της Παναγίας. Αυτοί είχαν και κάποια άνεση για να επιδιορθώνουν τα Κελλιά τους.Επίσης πολλά θαύματα έβλεπαν τότε οι άγιοι πατέρες, από τα τίμια λείψανα, τις ιερές εικόνες, τους τιμώμενους αγίους της μονής ή τού Κελλιού. Εκτός των αγίων Αναργύρων και του αγίου Παντελεήμονος πολλά θαύματα έκανε και ο άγιος Αρτέμιος, γιατί αρκετοί πατέρες από τη μεγάλη ορθοστασία, έπασχαν από κήλη, την οποία ο άγιος θεραπεύει. Ο άγιος Νικόλαος επίσης είχε συχνές θαυματουργικές επισκέψεις σ' εκείνους που ταξίδευαν, ασχολούνταν με την αλιεία κι είχαν βάρκες. Ο άγιος Μηνάς είχε καθημερινώς ταξίματα, άλλος έταζε μια λαμπάδα και άλλος μία λειτουργία για αντικείμενα που έχαναν. Όλοι έτρεχαν στον άγιο Μηνά και πολλά από τα απολεσθέντα τα έβρισκαν με θαυματουργικό τρόπο.Στο Κελλί του Χατζηγιώργη στην Κερασιά, όπου είχαν θαυματουργή εικόνα τού αγίου Μηνά, την παραμονή μιας πανηγύρεως, κατά την ώρα της αρχής της αγρυπνίας, ήλθε ένας φτωχός λαϊκός, που είχε χάσει το ζώο του. Οι πατέρες τού είπαν να ξεκουραστεί και τον παρηγορούσαν. Εκείνος ήταν απαρηγόρητος, γιατί το ζώο αυτό ήταν μεγάλη βοήθεια στη φτώχεια του. Την ώρα εκείνη ακούστηκαν δυνατά κτυπήματα στην εξώθυρα. Πήγαν να δουν ποιος κτυπά έτσι δυνατά, είδαν το ζώο, το έδιωχναν, μα δεν έφευγε. Ο φτωχός που βγήκε να δει, είδε πως ήταν το μουλάρι του. Ευχαρίστησαν όλοι τον άγιο.Πολλά θαύματα ετελούντο κατά τις μνήμες εορταζόντων αγίων, στις πανηγύρεις μονών και Κελλιών. Κακοκαιρίες σφοδρές, εμπόδια μεγάλα και διάφορα, την τελευταία ώρα διαλύονταν κι όλα πήγαιναν καλά.Τα θαύματα είναι πάμπολλα, αυτά που ξέρουν οι ίδιοι οι μοναχοί, η συνοδεία τους, και οι πνευματικοί τους. Άπειρα τα θαύματα από θαυματουργικές εικόνες της Παναγίας και των αγίων, των μονών και των Κελλιών. Πολλά διηγούνται οι Σλάβοι και ιδίως οι Ρώσοι, κυρίως θαύματα της Παναγίας, του αγίου Νικολάου και του αγίου Παντελεήμονος.Διηγείτο ο Ρώσος παπα-Ισαάκ στον Γ. Ιωακείμ, που εκοιμήθη γύρω στο 1960 στη μονή του Αγίου Παντελεήμονος, πως όταν ήταν στο Παντοκρατορινό Κελλί των Δώδεκα Αποστόλων στην Καψάλα, του έλεγαν οι Γεροντάδες του για ένα θαύμα που έγινε στο Κελλί τους, πριν το 1917. Λέγεται πως το Κελλί αυτό ήταν παλαιά Κυριάκο της εκεί σκήτης. Σε μια Ρωσίδα παρουσιάσθηκε η Παναγία και της είπε να στείλει βοήθεια στο Κελλί αυτό: Μη στενοχωρείσαι, θα σε κάνω καλά, μόνο στείλε κάτι στο Κελλί των Αγίων Αποστόλων στο Άγιον Όρος... Εκεί βρίσκεται η εικόνα μου η Γοργοεπήκοος. Όταν έλαβαν οι πατέρες το γράμμα, θαύμασαν για τη βοήθεια της Παναγίας προς τη Ρωσίδα και το Κελλί τους. Μιά εικόνα που είχαν έτοιμη, της Παναγίας της Γοργοεπηκόου, για να τη στείλουν στη Ρωσία, δεν την έστειλαν και παρήγγειλαν άλλη στους αγιογράφους. Σήμερα το Κελλί είναι ακατοίκητο και η εικόνα αυτή δεν υπάρχει εκεί.Λέγουν οι παλαιοί πατέρες, πως πολλοί των πατέρων που άγιασαν στον ιερό αυτό τόπο, δεν φανερώνονται μετά την κοίμηση τους, μόνο και μόνο για να τιμάται η Παναγία και προς αυτή ν' απονέμεται όλη τους η ευλάβεια.

 

 

Ακόμη και των γνωστών οσίων των μονών, των σκήτεων και των Κελλιών ή μετά την κοίμηση δράση και τιμή είναι περιορισμένη και δεν κάνουν παρά πολλά θαύματα, όπως άλλοι άγιοι στον έξω κόσμο. Ο λόγος είναι ένας, για να έχει το προβάδισμα στην τιμή η Θεοτόκος.Εν τούτοις έχουμε και παραδείγματα αρκετά επεμβάσεων των τοπικών αγίων στη ζωή των μοναχών. Ο Γέροντας Εφραίμ, αντιπρόσωπος της μονής Γρηγορίου, έλεγε στον Γ. Ιωακείμ: Έναν αδελφό, που ήταν διάκος, τον πολεμούσε ο λογισμός να φύγει από το μοναστήρι, αρρώστησε όμως βαρειά κι έπεσε στο κρεβάτι. Πριν ξεψυχήσει πήγε ο αδελφός που τον υπηρετούσε, να πάρει τα ρούχα του, για να τα πλύνει. Του λέγει: Κάνε υπομονή μέχρι να έλθω, πάω να πλύνω τα ρούχα. Του λέγει ο ετοιμοθάνατος: Τα πήρε τα ρούχα η γυναίκα εκείνη με τα μαύρα, που ήταν πριν εδώ... Και λέγοντας αυτά παρέδωκε το πνεύμα του. Η γυναίκα ήταν η οσιομάρτυς Αναστασία, της οποίας το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων της φυλάγεται στη μονή. Τούτο συνέβη μάλλον το 1953.

 

 

 
Πηγή.Ορθόδοξος Κόσμος.Τίτλος,επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΙΛΑΡΙΩΝ ΟΥΖΟΥΝΟΠΟΥΛΟΣ 1890-1960


Η μεταρρύθμησις του ημερολογίου ευρήκε τον Ιερομόναχον π.Ιλαρίωνα,ως έναν των Εφημερίων της Μονής της Μεγίστης Λαύρας.'Οπως και άλλοι Λαυριώται,έτσι και αυτός επέδειξε ζωηρόν,έμπρακτον το ενδιαφέρον του διά τον ήδη εν τω κόσμω διεξαγόμενον υπό των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών,ιερόν αγώνα.'Ητο και αυτός ένας από τους πρώτους,που επεστράτευσε ο ιερός Σύνδεσμος των Ζηλωτών Πατέρων του Αγίου 'Ορους.Ιδού,πως ο ίδιος περιγράφει εις την συνοπτικήν αυτοβιογραφίαν του,που έγραψεν κατ' εντολήν του πρώτου Αρχιεπισκόπου και Προέδρου της Ιεράς Συνόδου της Ελληνικής Εκκλησίας Γ.Ο.Χ.(1935),Μητροπολίτου Δημητριάδος Γερμανού.''Το 1926,ένεκεν της καινοτομίας του Εκκλησιαστικού ημερολογίου και προτοπή των ζηλωτών Πατέρων εξήλθον εις τόν Ιερόν αγώνα,όπως προσφέρω και εγώ τας ελαχίστας μου υπηρεσίας εις την κινδυνεύουσαν πατροπαράδοτον ημών Πίστιν.Κατά Σεπτέμβριον μήνα ήλθον εις θεσσαλονίκην και παρέμεινα εκεί μέχρι των Χριστουγέννων.


Κατά το διάστημα αυτό απεστάλην παρά τούυ Κέντρου της εκεί Κοινότητος θεσ/νίκης εις διάφορα Παραρτήματα της Μακεδονίας.Εις τα Παραρτήματα Σερρών,Νιγρίτης,Βεσνίκου ('Αγιον Πνεύμα),και άλλων.Εις τας παραμονάς δε των Χριστουγέννων απεστάλην εις το εν Χαλκιδική Παράρτημα της Νικήτης,ένθα παρέμεινα μέχρι των Αγίων θεοφανείων.Εκεί μου συνέβησαν τα μεγαλύτερα επεισόδια (περί αυτών γράφομεν εις τον παρόντα τόμον σελ. 38).Κατόπιν,το 1929,κατήλθον εις Αθήνας μετ' άλλης αποστολής Ιερομονάχων κατά τας αρχάς της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.Την Κυριακήν της Ορθοδοξίας απεστάλην εις Χαλκίδα και μετά μίαν εβδομάδα επανήλθον.Μετά αμέσως απεστάλην εις Πελοπόννησον,εις το Κέρτεζη Καλαβρύτων,ένθα έμεινα οκτώ μήνας.Μή έχοντες δε Εκκλησίαν ηναγκάσθημεν να κάμωμεν μίαν παράγκαν και εκεί ελειτουργήσαμεν κατ' αρχάς μετά μεγάλων επεισοδίων.Διότι τη παροτρύνσει μου,οι Χριστιανοί εμψυχωθέντες αντέστησαν ερρωμένως εναντίον ισχυράς αστυνομικής δυνάμεως Κερτέζης καί Καλαβρύτων,ευτυχώς τη υποχωρήσει της αστυνομίας απεφεύχθη η αιματοχυσία.Κατά το διάστημα της διμήνου παραμονής μου παρηκολουθούμην μεν υπό της αστυνομίας,πλην όμως δεν ετόλμησαν επισήμως να μας ενοχλήσουν.Καταγγελθείς δε υπό του Καλαβρύτων Τιμοθέου εις την Μητρόπολιν Αθηνών,προσεκλήθην επανειλημμένως να απολογηθώ,αλλ'εγώ δεν επήγαινα,ούτε και οι χωροφύλακες με άφηναν να φύγω.Αλλ'επειδή και παρά της Κοινότητός μας προσεκλήθην να έλθω να απολογηθώ,όντος τότε του κ. Ευστρατιάδου,αλλά εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν των Καλαβρύτων συνελήφθην και,αφού εισήλθον εις τα κρατητήρια Καλαβρύτων και Πατρών,ήλθον εις Αθήνας εις το Τμήμα Μεταγωγών.Καταδικάσθείς από το Μητροπολιτικόν Δικαστήριον εις πενταετή αργίαν,απηλάθην και πάλιν εις 'Αγιον 'Ορος κατά τo τέλος Νοεμβρίου 1929.Διερχόμενος δε εκ θεσ/νίκης εκάθησα και πάλιν εις τό κρατητήριον τέσσερας ημέρας όλως παρανόμως,τη...αγαθή φροντίδα και φιλοξενία του Αρχιεπτσκόπου Θεσ/νίκης Γενναδίου.Παρέμεινα εις 'Αγιον 'Ορος μέχρι του μηνός Απριλίου,όπότε εξήλθον και πάλιν τον Απρίλιον 1930,διότι είχον δικαστήριον εις τα Καλάβρυτα και μη παρουσιασθείς δε,κατεδικάσθην ερήμην εις δέκα μηνών φυλάκισιν.Ενεργήσας δε ανακοπήν,μου επεβλήθη και πάλιν η ίδια ποινή.Κατόπιν έκαμα έφεσιν εις το Εφετείον Πατρών,όπου και ηθωώθην.Έκτοτε έμεινα εις τον Πειραιά εφημερεύων εις διαφόρους ενορίας Αθηνών ή Πειραιώς κατά μήνα εναλλάξ,διότι κατά το κρατούν τότε σύστημα,ο Ιερεύς ένα μήνα εφημέρευε εντός των Αθηνών ή Πειραιώς και ένα μήνα έξω εις τα Παραρτήματα.Κατά το διάστημα αυτό διήλθον ως εφημέριος τα εξής Παραρτήματα:δύο φοράς απεστάλην εφημέριος εις τα Παραρτήματα Θηβών,Λουτουφί,Μπάλτσα,Καπαρέλλι κλπ.,δευτέραν φοράν εις Χαλκίδα,όπου εγκαινιάσαμεν την νυν Εκκλησίαν.Τρεις φοράς απεστάλην εις Αίγινα κατά διαφόρους καιρούς.Μίαν φοράν εις Νάξον καί μίαν φοράν εις Τήνον.Μίαν φοράν εις Λάρισαν και τα περίχωρα αυτης,κατά τας εορτάς των Χριστουγέννων το έτος 1930.Επίσης εις τα περίχωρα των Αθηνών,Παλούκια,Σαλαμίνα,Σπάτα,Μάνδρα,Μαγούλα,Βίλλια,κλπ.Το 1933,τη φροντίδι καί πρωτοβουλία μου συμπήξαμεν και το ηθικοθρησκευτικόν Σωματείον Πειραιώς ''Οι 'Αγιοι Κωνσταντίνος και 'Ελένη,το οποίον ωφέλησε αρκετά τον αγώνα μας,και το οποίον μέχρι σήμερον διατηρεί αίθουσαν κηρύγματος και έρχεται βοηθός εις πολλούς πτωχούς καί πάσχοντας.Αύτη είναι εν συντόμω η ελαχίστη και άσημος σταδιοδρομία μου κατά τα έτη αυτά του Ιερού μας αγώνος.Εν Πειραιεί τη 25/5/1936.Ο εν Ιερομονάχοις ελάχιστος,Ιλαρίων Ουζουνόπουλος''.Εις το χωριό του ήλθε διά πρώτην και τελευταίαν φοράν από το 'Αγιον 'Ορος,τον Οκτώβριον του έτους1927.Είχεν έλθει εις τον Πολύγυρον διά να δικασθή εις το Εφετείον διά τα γνωστά γεγονότα της Νικήτης,όπου και ηθωωθη.Τότε επήγε και εις το χωριό του,όπου περέμεινε είκοσι ημέρες περίπου.Οι συγχωριανοί του δεν εδέχθησαν το νέον ημερολόγιον και ο Εφημέριος του χωριού π.Νικόλαος,του επέτρεψε να λειτουργήσει εις τον Ναόν του χωριού του,όπου και τους ομίλησε.Ως γνωστόν,οι περισσότεροι Αγιορείται Πατέρες,οι πρώτοι,που εξήλθον από το 'Αγιον 'Ορος διά να βοηθήσουν τον Ιερόν αγώνα των Γ.Ο.Χ.,μετά την ανάληψιν της Εκκλησιαστικής Αρχής το 1935 υπό των εξελθόντων τότε Αρχιερέων,ίδρυσαν Γυναικείας Μονάς (ως επί το πλείστον).Αυτού του "κανόνος" ευτυχώς ή δυστυχώς δεν εξέφυγεν και ο π.Ιλαρίων.(Τό παράδειγμα των Αγιορειτών Πατέρων ακολούθησαν αργότερα πολλοί Ιερομόναχοι και Μοναχοί,ούτως,ώστε να αριθμούν σήμερα μικρά και μεγάλα Μοναστήρια,ογδόντα περίπου-ίδε βιβλίον ''Οδηγός Ιερών Μονών και Ησυχαστηρίων της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Ελλάδος,'Εκδοσις των "ΠΑΤΡΙΩΝ''.Είχε πολλάς πνευματικάς θυγατέρας,που τον επίεζον να τους κτίση Μοναστήρι διά να μονάσουν.Ερεύνησαν πολλά ησυχαστικά μέρη,αλλ'ο π.Ιλαρίων δεν απεφάσιζε.Τέλος κατά το έτος 1940,προ του πολέμου απεφάσισαν και αγόρασαν την περιοχήν,που είναι κτισμένη σήμερον,η Μονή του Ευαγγελισμού εις Συκάμινον Ωρωπού.Κατά την αφήγησιν των Μοναζουσών,η περιοχή αυτή είχεν υποδειχθή κατά θαυμαστόν τρόπον από τον 'Αγιον Νικόλαον προ πενταετίας,δηλαδή,το έτος 1935.Η Μοναχή που μας το εδιηγήθη μας είπε τα εξής: "Είχαμε κουρασθή να ερευνώμεν κάθε τόσο με τον Γέροντα διά να εύρωμεν ένα ήσυχο μέρος για το Μοναστήρι μας.Πολλά χρήματα εξώδευσε ο Γέροντάς μας γυρίζοντας εδώ και εκεί.'Ενα βράδυ είδα εις τον ύπνον μου,ότι ένας αμαξάς,που έμενε εις τα Καμίνια του Πειραιώς,τον οποίον έγνώριζα.Νικόλαος το όνομά του,ήλθε και μας πήρε,εμένα και τον Γέροντα και μας έφερε εδώ,ακρίβώς έξω άπό το παλαιό εξωκκλήσι,που ευρίσκεται και σήμερον εμπρός εις το Μοναστήρι μας.Εκεί μας επερίμενε ένας λευκογένης Γέροντας,ο οποιος με γλυκύτητα είπε εις τον Γέροντά μου.-Εδώ θα κτίσης το Μοναστήρι.Εξύπνησα και έτρεξα εις τον Γέροντά μου και του είπα το όνειρο,παρακαλώντας τον να πάμε να ιδούμε το μέρος αυτό.Τότε ο Γέροντας χαμογελώντας μου είπε:-Όχι και με όνειρα!..Πέρασαν από τότε πέντε ολόκληρα χρόνια.Ακόμη δεν είχαμε εύρη τον τόπον,που θα κτιζόταν το Μοναστήρι μας.Κάποιος γνωστός μας μία ήμέρα μας πήρε και μας έφερε εδώ.Εγώ κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά,μου εφαίνοντο γνωστά τα μέρη.Όταν εσταματήσαμε εμπρός εις το Εκκλησάκι και μπήκαμε να προσκυνήσουμε,πάγωσα μόλις αντίκρυσα την Εικόνα του Αγίου,που ετιμάτο τον Γέροντα,του ονείρου μου!Ήταν ο 'Αγιος Νικόλαος!Με ασυγκράτητη χαρά,το είπα αμέσως εις τον Γέροντα,ο οποιος επείσθη πλέον,ότι ο Γέροντας του ονείρου μου ήταν ο 'Αγιος Νικόλαος και,ότι θέλημά του ήταν να γίνη εκεί το Μοναστήρι μας κατά την υπόδειξί του,όπως και εγένετο.Οι πρώτες αδελφές που ήλθαν ήσαν περίπου είκοσι πέντε.Όλες μαζί εργάσθηκαν διά να κτίσουν κατ'αρχήν ένα μαρυνάρι διά τις ίδιες και ένα κελλάκι διά τον Γέροντα.Ο π.Ιλαρίων,50 ετών τότε,ήτο αεικίνητος και ακούραστος.Από το πρωί,με την Ακολουθίαν,μέχρι αργά το βράδυ δεν έπαυε να εργάζεται.'Ολη την πέτρα,που χρειάσθηκε διά να κτισθή η Μονή,μόνος του την έβγαλε και μόνος του την κουβάλησε.Καθάριζε τα χωράφια και τα καλλιεργούσε,εφύτευε δένδρα,προ πάντων ελιές,αυτά που υπάρχουν και σήμερα και δίδουν πλουσίως τους καρπούς των.Παράλληλα με την σωματικήν εργασίαν δεν ώκνησαν και την πνευματικήν.Το τυπικό,που εφήρμοζε εις την νέαν Μονήν ήτο Αγιορείτικο.Μετά το μεσονύκτιον έγερσις,μία ώρα "κανών" και εν συνεχεία Ιερά Ακολουθία και θεία Λειτουργία.Εις κάθε σύναξιν εύρισκε την ευκαιρία να διδάσκη και να νουθετή τας μοναχός.Ήτο ήρεμος και ανεξίκακος.Πνευματικός έμπειρος έκαμνε το εξομολογητάριον πραγματικό σπουδαστήριο διά τους εξομολογουμένους με τις ατέλειωτες νουθεσίες του και τα Πατερικά παραδείγματα.'Ητο ακριβολόγος και αυστηρότατος,ως προς τας σχέσεις του με τους σχισματικούς και αυτό το εκήρυττε.Τόσον ακριβολόγος ήτο,ώστε δεν εδίστασε να γίνη ανεξάρτητος μαζί με άλλους Πατέρας,διά αρκετό χρονικόν διάστημα,εφόσον έβλεπε και επίστευε,διότι πραγματικά το επίστευε,ότι η Ορθόδοξος και αγωνιστική συνείδησίς του δεν εδέχετο τα όσα αντίθετα,ως προς το Ορθόδοξον πιστεύω του Ιερού Αγώνος των Γ.Ο.Χ.,εκήρυττον άλλοι συνάδελφοί του.Πιστός εις τας εντολάς του Κυρίου απέφευγε,χάριν αποκτήσεως περιουσιών,να δέχεται πλουσίας διά να μονάσουν.Τας παρώτρυνε,κατά την εντολήν του Κυρίου (Λουκ. ιη'22) να πωλήσουν τα υπάρχοντά των,να τα διαμοιράσουν εις τους πτωχούς και τότε να έλθουν εις το Μοναστήρι.Αστειεύεσαι,Γέροντα,του είπε κάποια πλούσια από την Αυλώνα.Να πωλήσω εγώ το ωραίο μου σπίτι και να τα δώσω εις τους πτωχούς;Αύτό δεν γίνεται!'Άρα,Γέροντα δεν με θέλεις διά μοναχή...-Εσένα παιδί μου,σε θέλω.Το σπίτι σου δεν θέλω!...Μια άλλη φορά τον παρακαλούσαν οι μοναχές να δεχθή μια πολύ πλούσια από την Λεύκα του Πειραιώς,η οποία θα εδώριζε όλη της την περιουσίαν εις το Μοναστήρι,υπό τον όρον,όμως να κτίση ένα δωμάτιο και να την υπηρετούν οι Μοναχές.-Εγώ τις καλόγριές μου,τους απήντησε,υπηρέτριες των πλουσίων δεν τις κάμνω!Κατά την μαύρη Γερμανική κατοχή εδοκιμάσθησαν,όπως άλλωστε και ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός.Πολλές ήσαν οι μοναχές,που έφυγαν από το Μοναστήρι,διότι δεν άντεξαν τας στερήσεις.Αλλά και όσαι απέμεινον δεν ήσαν και λίγα εκείνα,που υπέφερον και από τους αντάρτες και από τους Γερμανούς.Με την βοήθειαν όμως του θεού και με την πραότητα του π.Ιλαρίωνος,ξεπέρασαν πολλά επικίνδυνα,αλλά και θανάσιμα εμπόδια.Πέντε χρόνια μετά την απελευθέρωσιν της πατρίδος μας από τους Γερμανούς και τους αντάρτες,νέα σκληρή δοκιμασία διά το πλήρωμα της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Ελλάδος.Ο μεγάλος διωγμός κατά των Γ.Ο.Χ.υπό του σχισματικού Αρχ/που Αθηνών Σπυρίδωνος και των Κυβερνητών Σ.Βενιζέλου-Γ.Παπανδρέου (1951).Ήτο ο σκληρότερος διωγμός κατά των Γ.Ο.Χ.,που εγένετο από το έτος 1924.Εσφράγιζον ή κατεδάφιζον τους Ναούς.Αποσχημάτιζον μοναχούς και μοναχάς και εξύριζον και εφυλάκιζον τους Ιερείς.Εξώρισαν τους τότε Αρχιερείς και απέλασαν τους Αγιορείτας Πατέρας εις 'Αγιον 'Ορος και τέλος απηγόρευον και διέλυον διά της βίας,με αστυνομικάς δυνάμεις,κάθε εκκλησιαστική συγκέντρωσιν των Γ.Ο.Χ.Και ο π.Ιλαρίων σαν Αγιορείτης δεν εξαιρέθη. Συνελήφθη και απελάθη εις 'Αγιον 'Ορος.'Οταν μετά τον θάνατον του Σπυρίδωνος εχαλάρωσαν τα μέτρα κατά των Γ.Ο.Χ.,επέστρεψεν εις την Μονήν του.Μετά από λίγα χρόνια,και συγκεκριμένως τρία χρόνια προ του θανάτου του, εξεδήλωσε την επιθυμίαν να υπάγη να προσκυνήση τους Αγίους Τόπους,και διά τελευταίαν φοράν να έπισκεφθή το 'Αγιον Όρος και την γενέτειράν του.Πράγματι επήγε εις 'Αγιον 'Ορος και το Πάσχα του έτους 1959 επήγε εις τα Ιεροσόλυμα.Προαισθάνθη τον θάνατόν του,προ ενός μηνός.'Ενα πρωί,που κατά την συνήθειαν της Μονής,όλες οι μοναχές επήγαιναν και έπαιρναν ευλογία διά να αρχίσουν το εργόχειρό τους από τον Γέροντα,αυτός τας εκράτησε όλες γύρω του.-Παιδιά μου,τους είπε,σε τριάντα ημέρες φεύγω από τον κόσμον αυτόν.Μου το είπε απόψε ο 'Αγιος Σπυρίδων!-Γέροντα,τόλμησε μια μοναχή,εσείς μας έχετε διδάξη να μην πιστεύουμε εις τα όνειρα...-Αύτό παιδί μου,δεν ήταν όνειρο,αλλά ειδοποίησις!..,Καί τας απέλυσε μη δίδοντας συνέχεια.Μετά το ''όνειρο'' που είδε ήτο πάντοτε συλλογισμένος.Στεκόταν σε πολλά μέρη της Μονής και έβλεπε...-Τί βλέπεις Γέροντα;τον ερώτησε κάποια αδελφή.-'Ολα σας τα έφτιαξα,παιδί μου, μόνον τον τάφον μου δεν έκαμα ακόμα...'Ητο άρχάς Σεπτεμβρίου του έτους 1960. Οι αδελφές τρυγούσαν το αμπέλι.Πάντοτε ο Γέροντας τας βοηθούσε εις τον τρύγον.Αυτήν την χρονιά,όχι.Μετά την θείαν Λειτουργίαν της εορτής της Θεοτόκου ( Γενέθλιον),τους είπε:-Μέχρι αύριο βράδυ να έχετε τελειώση τον τρύγον,και το "πάτημα".Την άλλην ημέρα,παρά την συνήθειάν του,στολίσθηκε με τα γιορτινά του.Πήρε ένα καλάθι και πήγε να μαζεύση σύκα.Οι μοναχές που τον είδον έτσι στολισμένον παραξενεύτηκαν,αλλά δεν του είπον τίποτα.Ο π.Ιλαρίων συνέχιζε να μαζεύη σύκα ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας στις συκιές. Μετά από ολίγες ώρες έπαθε το κακό.Τον είδον από μακρυά οι μοναχές να πέφτη κάτω.Τον μετέφερον εις το κελλί του και ο ιατρός που εκλήθη,είπε ότι έπαθε "συμφόρηση".Δεν αισθανόταν το πόδι του και το χέρι του.Ψεύδιζε και λίγο το στόμα του.Τότε ενθυμήθηκαν οι μοναχές το ''όνειρο'',και μετρούσαν τας ημέρας. Δέκαπέντε ακριβώς ημέρας μετά το όνειρο που είδε,έμεινε καθηλωμένος εις το κρεββάτι.Εκεί εσυνάθροιζε τις μοναχές και τις νουθετούσε.-Προ του θανάτου σας, έλεγε,να λέγετε το "θεοτόκε Παρθένε" και να κοιτάζετε πάντοτε δεξιά...

Εις το κρεββάτι του πόνου,τον επεσκεύθηκε ο τότε Αρχιμανδρίτης π.Ακάκιος Παππάς και είπον πολλά μόνοι των.Τρεις ημέρες προ του θανάτου του,όπως μας είπον αι μοναχαί έβλεπε πολλά στεφάνια με άνθη και πολλές λαμπάδες αναμμένες,που σε κάποια στιγμή γύρισε και μάλωσε τις μοναχές.:-Μή καίτε τόσες λαμπάδες!..Εις τας 21 Σεπτεμβρίου 1960,ημέρα Τρίτην και την ώραν,που ο Ιερεύς π.Ιωάννης από την Χαλκίδα έλεγε το "Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός...",διά την Θείαν Λειτουργίαν,ο π.Ιλαρίων εγύρισε την κεφαλήν του και άφησε να φύγη η ψυχή του ήρεμα και γαλήνια,εις ηλικίαν εβδομήντα ετών.Το τότε επίσημον όργανον της Εκκλησίας μας,''Ή Φωνή της Ορθοδοξίας",έγραψε τα εξής εις το υπ’άριθ.348-349,Οκτώβριος 1960.''Αρχιμανδρίτης Ιλαρίων Ουζουνόπουλος.Το άγγελμα του θανάτου,του προσφιλούς πατρός Iλαρίωνος Ουζουνοπούλου,ηγουμένου της Ιεράς Μονής Ευαγγελίστριας,παρά τον Συκάμινον Ωρωπού,μας συνεκίνησεν βαθύτατα και εγέμισε πικρίαν και λύπην τας ψυχάς ημών. 

Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα,τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.Απόσπασμα εκ του ιστορικού,ορθοδόξου περιοδικού ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ,του αειμνήστου Επισκόπου Πενταπόλεως κ.Καλλιοπίου,της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών.
Περιοδικό ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ 


ΑΥΤΗ Η ΨΥΧΗ ΠΟΥ ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΑΜΜΟΥΝ



Ο Άγιος Ευλόγιος έζησε στην Αλεξάνδρεια. Αυτός βρήκε κάποτε στον δρόμο ένα γέροντα λεπρό και εγκαταλελειμμένο. Δεν είχε κανένα να τον φροντίζει. Τον λυπήθηκε και σκέφθηκε να τον πάρει στο σπιτάκι του. Εκεί να το περιποιείται, για να το βρει η ψυχή του, όπερ και έπραξε. 



Ο Ευλόγιος εργαζόταν την ημέρα έξω, διά να μπορεί να εξοικονομεί τα προς το ζην και το βράδυ φρόντιζε τον γέροντα, με κίνδυνο, φυσικά της ζωής του, διότι η λέπρα είναι μεταδοτική. Κατόπιν όμως μπήκε ο δαίμονας μέσα στον γέροντα και έβγαλε παραξενιές. Άρχισε ν’ αναποδιάζει, να νευριάζει και να φωνάζει. —Μ’ αφήνεις εδώ μονάχον και συ γυρίζεις. Κάνεις τον Άγιο. Είσαι υποκριτής. Δεν μπορούσε δε να τον ευχαριστήσει ο Ευλόγιος με τίποτε και να τον καταπραΰνει. Αυτή η αχαριστία και η αναποδιά του γέροντα διήρκεσε δέκα επτά χρόνια. 



Τότε ο Άγιος Ευλόγιος σκέφθηκε να τον παρατήσει και να τον διώξει. Σηκώθηκε και πήγε σ’ ένα Μοναστήρι, το όποιον θα επισκέφτηκε τότε ο Μέγας Αντώνιος, για να τον ερωτήσει. Δεν τον γνώριζε και για πρώτη φορά θα τον έβλεπε. Εκεί ήτανε και άλλοι πολλοί, που περιμένανε τον Άγιο Αντώνιο. Να ο Αντώνιος φάνηκε που ερχόταν. Σταμάτησε όμως και φώναξε τον Ευλόγιο μέσα από το πλήθος, τον όποιον, όπως είπαμε, δεν είχε δει ποτέ, ούτε και ο Ευλόγιος τον Αντώνιο. —Ευλόγιε, του είπε, τί θέλεις εδώ εσύ; Τρέξε γρήγορα στην δουλειά σου, για να μην χάσης τον μισθό δεκαεφτά ετών. Πράγματι! Ο Ευλόγιος γύρισε αμέσως στο σπιτάκι του και ξαναπεριποιείτο τον λεπρό γέροντα, όπως, και πριν. Αλλά σε τρεις ημέρες ο γέροντας απέθανε! Και στις σαράντα ημέρες του γέροντα απέθανε και ο Ευλόγιος! Αύτη είναι η ψυχή του Αμμούν. Άλλη μια φορά, ενώ καθότανε ο Άγιος στο βουνό και συζητούσε με τους μαθητές του, είδε ξαφνικά μια ολόλευκη ψυχή ν’ ανεβαίνει στους ουρανούς. Την στιγμή δε εκείνη γινότανε μεγάλη χαρά. Πανηγυρίζανε οι Άγιοι Άγγελοι. Σηκώθηκε αμίλητος ο Αντώνιος και κοίταξε εκστατικά τον ουρανό. Μακάριζε δε την ψυχή εκείνη, που βάδιζε, για την αιωνία χαρά του ουρανού. Παρακαλούσε δε μυστικά τον Θεό να του φανερώσει σε ποιόν ανήκε η λυτρωμένη εκείνη ψυχή. Τότε άκουσε μια φωνή από τον ουρανό, που του είπε! —Αυτή είναι η ψυχή του Αμμούν. Ο Αμμούν ήτανε ασκητής στην έρημο της Νιτρίας, η οποία βρισκότανε πολύ μακριά από τον Μέγα Αντώνιο. Οι μαθητές του Όσιου Αντωνίου, μόλις τον είδανε έτσι να χαίρετε και να θαυμάζει, τον ρωτήσανε: —Τί συμβαίνει; Βλέπεις τίποτε; Ακοής τίποτε; Και ο θειος ασκητής τους είπε: —Την ώρα αυτή πέθανε ο Αμμούν, ο συνασκητής και φίλος μου! Οι μαθητές του τα χάσανε. Σημειώσανε όμως την ημέρα αυτή και την ώρα, που είδε ο Άγιος ξυπνητός το δράμα. Ύστερα από τριάντα μέρες έφτασαν στο ερημητήριο του Αγίου μερικοί Μοναχοί από την Νιτρία και ανέφεραν την ημέρα και την ώρα του θανάτου του ασκητού Άμμουν. Κατάλαβαν τότε όλοι, ότι ο Αμμούν είχε πεθάνει την ημέρα, που ο Άγιος Αντώνιος έβλεπε την ψυχή του ολόλευκη ν’ ανεβαίνει στον ουρανό. Και όλοι, όσοι μαθαίνανε αυτά χαιρότανε και θαυμάζανε τον μεγάλο ασκητή της ερήμου Αντώνιο. Με το πέρασμα των χρόνων, οι δαίμονες εξακολουθούν να πειράζουνε τον Άγιο, αλλά δεν ελπίζουν πλέον να τον νικήσουν. Αντίθετα αρχίζουν τώρα και τον φοβούνται. Η προσευχή του είναι πανίσχυρη, διότι η πίστης του είναι μεγάλη και η ψυχή του αγνή. Μια μέρα, που ο Άγιος περνούσε το ποτάμι μ’ ένα πλοιάριο, διότι ήθελε να επισκεφτεί τα Μοναστήρια, του ήρθε στη μύτη μια βρωμερή οσμή. —Κάτι βρωμάει φοβερά! είπε ο Μέγας Αντώνιος. —Μήπως κανένα ψάρι; τον ρωτήσανε. —Όχι. Άλλη δυσωδία νοιώθω.. Εκείνη την στιγμή ακούστηκε από τ’ αμπάρι του πλοίου μια φοβερή κραυγή νέου, που είχε μέσα του δαιμόνιο και τον βασάνιζε. Τότε ο Άγιος έκανε θερμή προσευχή στο Θεό και απάλλαξε τον νέον από το μαρτύριο του διαβόλου. Τον άφησε ήσυχο, ήρεμο, γαλήνιο και υγιή να συνέχιση την εργασία του και την ζωή του, όπως όλοι οι άνθρωποι. Όλοι τότε καταλάβανε, ότι η βρωμιά εκείνη δεν ήτανε τίποτε άλλο, παρά ο βρωμερός και απαίσιος δαίμονας, που βασάνιζε τον νέο. Σ’ έναν άλλο πάλι νέο ο διάβολος του έκανε φοβερά μαρτύρια. Τον καταντούσε έτσι, ώστε να τρώγει τις σάρκες του. Τον βασάνιζε πολύ σκληρά. Οι γονείς του απελπισμένοι τον έφεραν στον Μέγα Αντώνιο. Ο Άγιος λυπήθηκε τον νέο και είπε στους γονείς του ότι θα αγρυπνήσει και θα προσευχηθεί γι’ αυτόν, αλλά μαζί του πρέπει ν’ αγρυπνήσουν και να προσευχηθούν κι’ εκείνοι. Πράγματι κάνανε μια προσευχή πολύ κατανυκτική. Κατά τα ξημερώματα όμως αγρίεψε ο άρρωστος. Όρμησε με οργή εναντίον του Άγιου και τον έριξε κάτω. Πικράθηκαν από την διαγωγή του παιδιού των οι δυστυχισμένοι γονείς. 

Ο πολύπαθος όμως, από τα τεχνάσματα του διαβόλου ασκητής, τους είπε: —Μην λέτε τίποτε εναντίον του παιδιού. Δεν φταίει αυτό, αλλά ο δαίμονας, που οργίστηκε διότι πήρε εντολή από τον Θεό να βγει από μέσα του και να τον αφήσει ελεύθερο. Αυτό είναι το σημάδι, ότι βγήκε το δαιμόνιο. Δοξάστε τον Θεό... Και πράγματι το παιδί ημερωμένο έπειτα, σηκώθηκε και φιλούσε ευτυχισμένο τα χέρια του Μεγάλου Αντωνίου. Το δαιμόνιο έφυγε.



ΟΥΤΟΣ ΟΥΝ ΚΑΤ ΕΝΑΝΤΙΩΝ ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ ΕΠΕΣΕΝ



Ο Λόγος του Αρχιμανδρίτη κ. Χρυσοστόμου Νασλίμη στην κηδεία του Αγίου Ιεράρχη Χρυσοστόμου Καβουρίδη.



«Μακάριοι οἱ νεκροὶ οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι· ναί,

λέγει τὸ Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν, τὰ γὰρ
ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν»
(Ἀποκ. 15, 13).



Θεοφιλὴς Ὁμήγυρι,



Καὶ πάντα μὲν τὰ αἰφνίδια καὶ ἀπροσδόκητα γεγονότα παρέχουσιν ἡμῖν αἰτίαν, ἵνα πολλὰ διδαχθῶμεν τὰ ὠφέλιμα περὶ τῆς ματαιότητος καὶ ἀσταθείας τῆς παρούσης ζωῆς πραγμάτων· τοῦ θανάτου δὲ ὁ σμερδαλέος κεραυνὸς εἴπερ τι καὶ ἄλλο, ἐκτὸς τῶν μερικῶν ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πληγέντος τραυμάτων, δημιουργεῖ καὶ πολλὰ ἄλλα γενικωτέρας σημασίας ἀτυχήματα καὶ ἀφήνει κενὰ ὄντως δυσαναπλήρωτα. Τὰς ὀδυνηρὰς συνεπείας ἑνὸς τοιούτου ἀπροσδοκήτου ἀτυχήματος ἐμβρόντητοι αἰθανόμεθα σήμερον καὶ ἡμεῖς. Τὸ θλιβερὸν ἄγγελμα τοῦ θανάτου τοῦ Πνευματικοῦ ἡμῶν Πατρὸς καὶ Ποιμενάρχου διὰ παντὸς τρόπου τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγὺς μεταδοθέν, συνήγαγεν ἡμᾶς σήμερον ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἐν τῷ ἱερῷ τούτῳ Ναῷ, ἵνα τὸ τελευταῖον κατασπαζόμενοι τὸ ἱερὸν αὐτοῦ Σκῆνος, δεχθῶμεν ἐν νεκρικῇ σιγῇ τὰς θεοπειθεῖς αὐτοῦ πατρικὰς εὐχὰς καὶ εὐλογίας. Εἰς ἐμὲ δέ, «τὸν ἐλάχιστον ἐν ἀδελφοῖς καὶ μικρότερον ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός μου», ἔλαχεν ὁ ἄχαρις κλῆρος, ἵνα ἀπευθύνω, ὡς ἐκπρόσωπος τῶν ἐν Κυρίῳ Συλλειτουργῶν, τὸν ὕστατον υἱκὸν χαιρετισμὸν καὶ προπέμψω τὸν κοινὸν Πατέρα εἰς τάφον, ἐν συνοχῇ αἱμασσούσης καρδίας, ἐπιστέφων τὴν ἱεραρχικὴν αὐτοῦ κορυφὴν δι᾿ ὀλίγων καὶ ἁπλῶν τινων ἀποχαιρετιστηρίων ρημάτων, ἅτινα ὡς ἄνθη εὐτελῆ ἐκ τοῦ πενιχροῦ τῆς διανοίας μου ἀγροῦ θὰ συλλέξω. Ἀλλὰ τίς ἡ θέα αὕτη; Μήπως ἀπατῶμαι; Μήπως εἰς παραίσθησιν περιῆλθον; Μήπως ὅραμα βλέπω καὶ φενάκην ἀντικρύζω; Μήπως ἐξέστην; Εἶναι πράγματι Ἐκεῖνος, καὶ ὄντως ὁ τέως εὔλαλος καὶ ἡδύλαλος νῦν ἄλαλος; Ὁ ἀεικίνητος, ἀκίνητος; Ὁ ἀήττητος, πεπτωκώς; Ὁ περιφρονητὴς τοῦ θανάτου, νεκρός; Ὁ πυρίπνους, ἄπνους; Ἀμφιβάλλων εἰς ἑαυτὸν ἐρωτῶ καὶ ὑμᾶς τοὺς ἐνταῦθα ἐν ἱερᾶ ὁμηγύρει συναχθέντας· ἄρα νεκρὸς ὁ ἀείποτε ἐν Κυρίῳ ζῶν, κἄν πολλάκις τοῦ σώματος ὁ θάνατος αὐτὸν ἀπειλῶν, ἀλλὰ νὰ ἐγγίσῃ αὐτὸν μὴ τολμῶν; Τὴν θλιβερὰν καὶ ὀδύνης ἀνάμεστον εἴδησιν λαβὼν ἔσπευσα ἀσθμαίνων, ἱδρῶτι κρύῳ καὶ ἀκατασχέτῳ περιρρεόμενος, καὶ διὰ νυκτὸς ταξιδεύων ἀπὸ τὴν πόλιν τοῦ Βόλου, τὴν τέως τόσον αὐστηρῶς ὑπὸ τῆς θείας παιδαγωγικῆς ράβδου μαστιχθεῖσαν [σ.ἐπ.: στὸν Βόλο τὸ ἔτος ἐκεῖνο συνέβη καταστρεπτικὸς σεισμός], ἐγκαταλείψας ἐκεῖ τὰ ἐρείπια καὶ τὴν πολυστένακτον συμφορὰν τῶν ἀδελφῶν, ἵνα ἐνταῦθα ἰδίαις αἰσθήσεσιν ἀντικρύσω τὴν νέαν συμφοράν, τὴν ἐκείνης δεινοτέραν, τὴν ὄχι μίαν πόλιν, ἀλλ᾿ ὁλόκληρον τὴν πάτριον γῆν καὶ τὴν Ἐκκλησίαν ἀνεπανορθώτως πλήξασαν. Τίς λοιπὸν οὗτος ὁ βέλει θανάνου τρωθείς; Τίς ὁ ἀρχιερατικῇ στολῇ περικοσμούμενος καὶ σιγῇ νεκρικῇ ἀναισθητῶν; Τίς ὁ ἀγγελοειδὴς τὴν μορφὴν κἄν τὴν νέκρωσιν τῆς σαρκὸς φέρων; Τίς ὁ τοσαύτῃ αἴγλῃ ἱερᾷ λαμπρυνόμενος καὶ πάλλευκος ψυχῇ τε καὶ σώματι ἐμφανιζόμενος; Συμμαρτυρεῖτε πάντες ὅτι εἶνε Ἐκεῖνος; Ἄφετέ με λοιπὸν νὰ τιμήσω τὸν νεκρὸν υἱοπρεπῶς ἐν βαθείᾳ τῶν γονάτων κλίσει ψυχῆς τε καὶ σώματος, καὶ ἐν σιγῇ μᾶλλον ἤ ἐν λόγοις. Προτιμοτέρα γὰρ πολλάκις σιγή, πολλὰ ἀλαλήτως κραυγάζουσα, ἤ λόγοι βροντώδεις τὸν ἀέρα πλήττοντες, πλὴν μηδὲν ἤ ἐλάχιστα πρεπωδῶς καὶ κατ᾿ ἀξίαν φθεγγόμενοι. Πῶς νὰ τολμήσω τὸ ἐπιχείρημα; Παραλύει μου ἡ γλῶσσα, συσπῶνται τὰ χείλη, κλονοῦνται οἱ πόδες, τρέμουσιν αἱ χεῖρες, συστρέφονται τὰ σπλάγχνα, θολοῦται ὁ νοῦς, ὅταν ἀτενίσω τὸν Πατέρα νεκρόν, ὅταν συναισθανθῶ ἡμᾶς αὐτοὺς ὀρφανούς, τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἀκέφαλον, τὸ ποίμνιον ἀποίμαντον, τὴν ὁλκάδα ἀκυβέρνητον, τὸ στράτευμα ἀστρατήγητον. Ποῖαι ἄραγε ἐν προκειμένῳ αἱ κρίσεις τοῦ Θεοῦ; Ἄβυσσος πολλή! Ποῖον τὸ μέλλον ἡμῶν καὶ τῆς Ἐκκλησίας; Τί τάχ᾿ ἔστ᾿ αὔριον; Πῶς καὶ τίνι τρόπῳ ὁ ἱερὸς τῆς πατρώας εὐσεβείας ἀγὼν θέλει συνεχίσει τὴν σταθερὰν καὶ ἀμετάτρεπτον πορείαν του μετὰ τοῦ αὐτοῦ ζήλου καὶ ἀκαταβλήτου ἐγκαρδιώσεως; Πλὴν ταῦτα οὐ τῆς παρούσης ὥρας. «Καιρὸς παντὶ πράγματι», λέγει ἡ Γραφή. Δὲν προτίθεμαι νὰ ἐκθέσω τὰ τῆς περιφανοῦς οἰκογενειακῆς καταγωγῆς τοῦ σήμερον εἰς Κύριον ἐκδημήσαντος, οὔτε τὰ τῆς ἀμφιλαφοῦς καὶ πολυμεροῦς ἐξωτερικῆς αὐτοῦ μορφώσεως, οὔτε τὴν κατὰ κόσμον ὑπερβάλλουσαν δόξαν καὶ τιμήν, ἧς παγκοίνως ἀπήλαυε μεθ᾿ ὅλων τῶν οἰκείων του, διότι τοῦτο ἴσως θ᾿ ἀπετέλει κοινοτοπίαν ἐξεζητημένην καὶ τετριμμένον σύνηθες ἐπικήδειον καὶ ἐπιτάφιον ἐγκώμιον. Πλὴν ἄν ταῦτα ὡς δευτερευούσης ὅλως σημασίας σιγῇ ἀντιπαρέλθω, τὸ καθῆκον ὅμως μοὶ ἐπιβάλλει νὰ διακηρύξω, ὅτι ἡ ζωή του ὁλόκληρος τὸν ἀπέδειξεν ἐν τοῖς ὑστέροις τούτοις χαλεποῖς χρόνοις ὡς τὸν κατάλοιπον ὄντως τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσεβείας, καὶ ὅτι ἡ δύουσα βιοτή του θὰ ἐγείρῃ στήλην φωτοδότιδα καθοδηγοῦσαν τὰς ἐπερχομένας γενεὰς εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ καθήκοντος τῆς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον ἀκραιφνοῦς ἀγάπης. Καὶ πράγματι. Τί πλέον σήμερον ν᾿ ἀναμνησθῶμεν; Τὸν χαρακτῆρα τοῦ ἀνδρὸς τὸν ἀκέραιον, τὸν ἄκακον, τὸν στερέμνιον καὶ ἀμετάθετον, τὸν ἐν πειρασμοῖς ἀδαμάντινον, τὸν φιλάγαθον, τὸν εἰλικρινῆ, τὸν δίκαιον, τὸν ἀνιδιοτελῆ, τὸν ἀνώτερον φροντίδων κοσμικῶν καὶ χαμαιζήλων παθῶν, τὸν ἀνεξίκακον, τὸν ἔμπλεων ἀγάπης οὐ μόνον πρὸς τοὺς οἰκείους καὶ φίλους, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἐχθροὺς καὶ διώκτας αὐτοῦ καὶ ψευδαδέλφους ὑστεροβούλους καὶ συκοφάντας, ἤ τὸν Πατέρα τὸν στοργικόν, τὸν Ποιμένα τῆς Ἐκκλησίας τὸν καλόν, τὸν ἀείποτε ὑπὲρ τοῦ θεολέκτου ποιμνίου του θυσιαζόμενον, τὸν ἐν ταῖς Γραφαῖς τρανὸν ἐξηγητήν, τὸν ἐν τοῖς Κανόσι ἀκριβῆ ἑρμηνευτήν, τὸν ἐν ταῖς Ἐκκλησιαστικαῖς Παραδόσεσι καὶ ὀρθοδόξοις ἤθεσιν ἐπιμελέστατον τηρητήν, τὸν ὑπὲρ Ὀρθοδοξίας καὶ Ὀρθοπραξίας πολλὰ διδάξαντα καὶ ποιήσαντα; Ναί. Οὗτος εἴπερ τις καὶ ἄλλος ὁμόσχημός τε καὶ ὁμότιτλος ὑπὲρ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ποιμνίου του «ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν δικαστηρίοις καὶ φυλακαῖς καὶ πικραῖς ἐξορίαις πολλάκις», ἐν πτωχείᾳ καὶ στερήσει, ἐν ὕβρει, μυκτηρισμῷ καὶ χλεύει, ἐκ τῶν ἔσω καὶ τῶν ἔξω, πολυειδῶς καὶ πολυτρόπως δεινοπαθῶν καὶ θέατρον ἀνθρώποις καὶ ἀγγέλοις γενόμενος, συχνάκις τὰ δηλητηριώδη βέλη ἐκ τῶν νώτων καὶ ἐξ οἰκείων δεχόμενος, τὰ ὡς εἰκὸς ὀδυνηρότερον τραυματίζοντα. Τίνος ἄλλου συγχρόνου Ποιμενάρχου ἡ πολυμερὴς δρᾶσις ὑπὲρ τοῦ Ἔθνους καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἔχει νὰ ἐπιδείξῃ τοσαύτην καὶ τοιαύτην ἔκτασιν; Τίνος ἄλλου ἥρωος ἐθνικοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ οἱ πολυετεῖς ἀγῶνες καὶ αἱ θυσίαι, αἱ μέχρις ἐσχάτων ἐξικνούμεναι, ἔχουσι σήμερον τὸν ἐφάμιλλον καὶ ἰσοστάσιον; Ὄντως· οὐ μόνον τῶν Ἀποστόλων, διὰ τῆς Ἀρχιερωσύνης, τῶν θρόνων διάδοχος, ἀλλὰ καὶ τῶν τρόπων ἐκείνων μέτοχος καὶ κατὰ πάντα μιμητὴς ἐγένετο, τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ἐν τῷ σώματι αὑτοῦ περιφέρων, ἀείποτε εἰς κινδύνους καὶ εἰς θάνατον διὰ Ἰησοῦν παραδιδόμενος, καὶ στεφανίτης μάρτυς τῇ προαιρέσει καὶ θεῖος τῆς πίστεως Ὁμολογητής, καὶ τρανόφθογγος τῆς ἀληθείας καὶ τῆς δικαιοσύνης ἀπολογητὴς ἀναδεινύμενος. Τοῦτο μαρτυρεῖ ἡ Ἴμβρος, ἐπιβεβαιοῖ τὸ Μοναστήριον, διακηρύττει ἡ Φλώρινα, διαλαλοῦν αἱ Ἀθῆναι, σύμπασα ἡ Ἀττικὴ γῆ, καὶ ἅπασαι αἱ μεγαλοπόλεις τῆς Ἑλλάδος, αἵτινες ηὐτύχησαν νὰ δεχθῶσι τὰς Ποιμαντικὰς εὐλογίας του, ν᾿ ἀπολαύσωσι τῆς εὐφραδοῦς γλυκορρημοσύνης τῶν κατ᾿ ἰδίαν καὶ ἐπ᾿ Ἐκκλησίαις λόγων του, καὶ νὰ ἐντρυφήσωσιν εἰς τὰ πάμπολλα βαθυστόχαστα συγγράμματά του. Καὶ ἤδη ὑπὸ τὸ βάρος τοῦ γήρατος καμφθεὶς καὶ νόσῳ δυσιάτῳ τρυχωθεὶς ἔκλινε πρὸς τὴν δύσιν καὶ συνέστειλε τὰς τηλαυγεῖς ἀκτῖνας εἷς ἐκκλησιαστικὸς ἀστὴρ τὰ πρώτιστα ἐν τῷ νοητῷ τῆς πατρώας εὐσεβείας στερεώματι φέρων, οὐχὶ βεβαίως ἵνα παντελῶς ἐκλείψῃ, ἀλλ᾿ ἵνα λαμπρότερον εἰς ἀνωτέρους οὐρανίους ὁρίζοντας ἀνατείλλῃ. Κλίνωμεν οὖν γόνυ πρὸ τοῦ ἱεροῦ τούτου Λειψάνου καὶ μετ᾿ εὐλαβείας ἀτενίζοντες πρὸς αὐτὸ εἴπωμεν. Σεπτὲ Νεκρέ, Ἆρον τὸ ὕστατον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς Σου καὶ εἰδὲ τὰ τέκνα Σου. «Ἥκασί σοι ἀπὸ βορρᾶ καὶ νότου καὶ θαλάσσης καὶ ἑώας», ἵνα προπέμψωσί Σε εἰς τὸν αἰώνιον ἐν Οὐρανοῖς ἐν Κυρίῳ σαββατισμὸν θρηνοῦντα τὴν στέρησίν Σου. Δὸς οὖν ἡμῖν τοῖς τέκνοις Σου τὰς ὑστάτας πατρικὰς εὐλογίας Σου, δὸς τελευταῖον λόγον συμβουλῆς καὶ νουθεσίας, εἰπὲ ἡμῖν ποῦ καταλείπεις ἡμᾶς ὀρφανοὺς καὶ ἀποιμάντους, ποῖος ὁ Σὸς τοῦ θρόνου καὶ τῆς ποιμαντορίας διάδοχος;


Ἀλλ᾿ ἄς μὴ ταράσσωμεν τὴν γαλήνην τοῦ ὕπνου Σου, Σεπτὲ Νεκρέ. Πλήν, τῷ οὐρανίῳ νῦν Ἀρχιποίμενι σήμερον ἐμφανιζόμενος, καὶ τῆς θεαρέστου πολιτείας Σου τὴν δικαίαν ἀντιμισθίαν κομιζόμενος καὶ τῇ Ἀρχιερατικῇ Σου μεσιτείᾳ χρώμενος, αἴτησαι τὰ δέοντα καὶ σωτήρια ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἀπορφανισθέντων τέκνων Σου, ἅτινα ὑπόσχονταί Σοι, ὅτι θέλουσι συνεχίσει μετὰ τῆς αὐτῆς ὡς μέχρι τοῦδε ὑπομονῆς, ζήλου καὶ αὐταπαρνήσεως τὸν ἱερὸν τῆς εὐσεβείας ἀγῶνα, ὑπὲρ οὗ καὶ Σὺ μέχρι θανάτου ἐκακοπάθησας. Ἄρωμεν ἤδη, εὐσεβὴς ὁμήγυρι, χεῖρας ἱκέτιδας καὶ εὐχηθῶμεν, ὅπως ὁ νεκρῶν καὶ ζώντων Κυριεύων δεχθῇ τὴν ψυχὴν τοῦ πολύτλαντος τούτου τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ λατρείας Στυλοβάτου καὶ τάξῃ αὐτὴν ἔνθα οἱ ἀπ᾿ αἰώνων δίκαιοι ἀναπαύονται, εἰς ἡμᾶς δὲ νὰ πέμψῃ ἄνωθεν τὴν ἀμετάπτωτον ὑπομονὴν καὶ τὴν φερέλπιδα ἐγκαρδίωσιν, καὶ ἐπὶ πᾶσι τὸν ἀντάξιον τοῦ κενωθέντος θρόνου διάδοχον, «ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαὸν τοῦ Κυρίου ἐν πάσῃ ἐπιστήμῃ», ἵνα ὑπὸ τὴν πνευματικὴν ἡγεσίαν τούτου, συνεχίσωμεν τὸν ὑπὲρ τῆς πατρώας πίστεως καὶ λατρείας Ἀγῶνα, εἰς τὰς ἀδαμαντίνους ἐπάλξεις τοῦ ὁποίου εὐόρκως καὶ ἡρωϊκῶς ὁ σεπτὸς οὗτος Νεκρὸς μέχρι τελευταίας πνοῆς κατ᾿ ἐναντίων μαχόμενος ἔπεσεν. 


Αἰωνία Σου εἴη ἡ μνήμη καὶ ἄληστος, Σεπτὲ Νεκρέ!


«Ἡ Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀρ. φ. 215-216, 12 Σεπτ. 1955, σελ. 12-14. Αναδημοσίευση εκ του ορθοδόξου περιοδικού ''Αρχείον του Ιερού Αγώνος '', τεύχος 3, Φθινόπωρο - Χειμώνας 2015. Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ


Παρουσιάζουμε, εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ μεγίστου τούτου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα χαρακτηριστικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐξαίρετη ἐκτενῆ Βιογραφία του, ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε σὲ 21 συνέχειες (!) στὸ ἐπίσημο ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας μας «Ἡ Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας» πρὸ μισοῦ καὶ πλέον αἰῶνος (ἔναρξις: ἀρ.φ. 414-415/1.4.1963· ὁλοκλήρωσις: ἀρ.φ. 445/8.6.1964).



Ἡ ἐργασία αὐτὴ εἶχε δημοσιευθῆ τότε ἀνωνύμως, ἀλλὰ σὲ ἐγκυκλιῶδες κείμενο τοῦ Προεδρείου τῆς ΠΘΕΟΚ τῆς 8.11.1979, πληροφορούμεθα ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ γραπτὸ συνταχθὲν «ὑπὸ τοῦ Ἀειμνήστου κυροῦ Χρυσοστόμου Ἐπισκόπου Μαγνησίας». Ἡ πραγματεία αὐτὴ διακρίνεται γιὰ τὴν καλὴ καὶ ἐπαρκῆ γνῶσι τῶν περιστατικῶν τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, τὰ ὁποῖα παρουσιάζει μὲ θαυμαστὴ ρητορικότητα καὶ ζωντάνια, ὅπως καὶ τῶν συγγραμμάτων τοῦ Ἁγίου Πατρός, ἐκ τῶν ὁποίων παραθέτει συχνὰ ἀποσπάσματα. Γιὰ κάποιον δὲ συνηθισμένο στὸν τρόπο γραφῆς τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιερέως Χρυσοστόμου (Νασλίμη) εἶναι φανερό, καὶ ἀπὸ ἐσωτερικὲς ἀκόμη ἐνδείξεις, ὅτι πρόκειται ἀναμφίβολα γιὰ κείμενο τοῦ ὀξυγράφου καλάμου του, ἤτοι τῆς χαρισματικῆς γραφίδος του. 



Συγκεκριμένα, παραθέτουμε τὴν 8η συνέχεια ἀπὸ τὴν ἐργασία αὐτὴ («Φ.Ὀ.», ἀρ.φ. 423/22.7.1963, σελ. 2-3), στὴν ὁποία περιγράφεται ἡ ποιμαντικὴ δρᾶσις τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, ὅταν ἀνέλαβε μὲ δισταγμὸ ἱερατικὰ καθήκοντα -σὲ ἐποχὴ ὅμως κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ἔλαβε διωκτικὰ μέτρα κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ἡ πρόνοια τοῦ Ἁγίου γιὰ τὴν μόρφωσι τῶν παιδιῶν τῶν Χριστιανῶν, καθὼς καὶ ἡ ἐπίδρασίς του σὲ ἄλλες ἱερὲς μορφὲς τῆς ἐποχῆς του. Κατὰ τὶς προηγούμενες 7 συνέχειες ἐξιστορήθησαν τὰ περὶ τῆς γεννήσεως (328), ἀνατροφῆς, περιβάλλοντος, παιδείας, πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς συγκροτήσεως καὶ μοναχικῆς διαμορφώσεως τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, ἡ ἱερατικὴ χειροτονία του καὶ τὰ μετ’ αὐτήν. Στὶς δὲ ἑπόμενες 13 συνέχειες περιγράφονται οἱ ἀγῶνες κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἡ συνδρομὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου στὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἡ ἐπισκοπικὴ χειροτονία αὐτοῦ, ἡ δρᾶσις του ἀναστηλώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Κωνσταντινούπολι, οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες του, ὁ ἀγῶνας του καὶ ἡ στᾶσις του ἔναντι τῶν φθονερῶν, ἡ παρουσία του στὴν Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ παραίτησίς του ἀπὸ τὸν Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως χάριν εἰρηνεύσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἡ κατάληξίς τους στὴν Ἀριανζὸ καὶ κατόπιν στὴν Σελεύκεια, τὸ συγγραφικὸ καὶ ποιητικὸ ἔργο του, τὰ γνωρίσματα τῆς ἁγίας προσωπικότητός του, ἡ κοίμησίς του, ὡς καὶ ἡ κοινὴ συνείδησις περὶ τῆς ἁγιότητός του. Ἐλπίζουμε, σὺν Θεῷ, νὰ παρουσιάσουμε ἀκόμη μία τουλάχιστον συνέχεια ἀπὸ τὴν ἐξαιρετικὴ αὐτὴ ἀπὸ πάσης ἀπόψεως ἐργασία, ἀποτίοντες συνάμα φόρο τιμῆς καὶ στὸν Ἀγωνιστὴ Ἱεράρχη Χρυσόστομο Μαγνησίας (+1973), ὁ ὁποῖος ἐκόσμησε τὴν Ἐκκλησία μας καὶ κατέλειπε μνήμη ἀγαθὴ καὶ ἀμάραντη. Ἤδη ὅμως ἄς ἀφήσουμε νὰ ὁμιλήση ὁ ἴδιος:

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ – ΤΟΥ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΥ


(Συνέχεια ἐκ τοῦ προηγουμένου). Την εἰς τὸ ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης ἀνύψωσιν τοῦ θείου Γρηγορίου, ὡς συνήθως εἰς τὰ τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν συμβαίνει, δὲν εἶδον εὐχαρίστως οἱ φθονεροὶ παρὰ τοῖς Ναζιανζηνοῖς καὶ οἱ κακεντρεχεῖς. Καὶ κατ’ αὐτὴν τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα, ὅτε ἐπισήμως ἀνελάμβανε τὰ ἱερατικά του καθήκοντα, ὀλίγοι ἀναλόγως εἶχον προσέλθει εἰς τὸν Ναόν. Καὶ τούτου οὐδὲν ἀπογοητευτικώτερον δι’ ἄνδρα ζηλωτὴν καὶ εὐσυνείδητον ἐπιλαμβανόμενον μετὰ ἐπιμόνους ἱκεσίας καὶ παρακλήσεις ἔργου σοβαροῦ. Ὁ δὲ Γρηγόριος πρὸ τοιαύτης συμπεριφορᾶς μὴ ἀδιαφορῶν ἀπευθύνει μετ’ ὀλίγον βραχὺν παραινετικὸν λόγον πλήρη γλυκύτητος καὶ πατρικῆς στοργῆς ἐπιγραφόμενον «Πρὸς τοὺς καλέσαντας ἐν τῇ ἀρχῇ καὶ μὴ ἀπαντήσαντας τὸν πρεσβύτερον ἐν τῷ Πάσχᾳ». Ἐπειδὴ δὲ καὶ πάλιν δὲν συνετίσθησαν οἱ ἐκ φθόνου καὶ ἀγροικίας ὑπονομεύοντες τὴν ὑπόληψιν αὐτοῦ, ἰδοὺ ἀναλαμβάνει ἔργον ῥητορικῆς καὶ διδασκαλίας ἀνώτερον καὶ ἀπαγγέλλει τὸν περίφημον καὶ θαυμάσιον ἐκεῖνον «Περὶ Ἱερωσύνης» λόγον, ἐν ᾧ ἀπολογούμενος μετ’ ἀπαραμίλλου τέχνης καὶ δυνάμεως πραγματεύεται περὶ τοῦ ὕψους τοῦ ἱερατικοῦ ἀξιώματος καὶ περὶ τῶν καθηκόντων τῶν ἐπισκόπων. Ὁ λόγος οὗτος ἀπετέλεσε κειμήλιον ἔκτοτε καὶ κομψοτέχνημα ῥητορικὸν τῆς παλαιᾶς ἐκκλησιαστικῆς φιλολογίας καὶ πρῶτον δοκίμιον ποιμαντικῆς διδασκαλίας, χρησιμεύσας καὶ ὡς βοήθημα ἄριστον διὰ τοὺς μεταγενεστέρους διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας πρὸς καταλλήλους ὑποδείξεις τόσον διὰ τοὺς λαβόντας, ὅσον καὶ διὰ τοὺς θέλοντας λαβεῖν ἱερωσύνην. Ὁ θεῖος Γρηγόριος τελῶν τὰ τῆς ἐφημερίας του ὡς πρεσβύτερος ἀπὸ τῶν ἀρχῶν τοῦ 362 ἔτους καταβάλλει ἀόκνους προσπαθείας, ἵνα τὰ πάντα ἀποβαίνωσιν εἰς προκοπὴν τῆς Ἐκκλησίας, πρὸ οὐδεμιᾶς ἀντιστάσεως ὑποχωρῶν. Καλλιεργεῖ τὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου, προνοεῖ περὶ τῶν κατηχουμένων καὶ διδάσκει αὐτοὺς τὸν λόγον τῆς εὐαγγελικῆς ἀληθείας, βοηθεῖ τοὺς ἐνδεεῖς καὶ τοὺς πάσχοντας, ἀνακουφίζει καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ δύναται καὶ δικαιοῦται εἰς τὰ ποιμαντικὰ καθήκοντα τὸν γηραιὸν πατέρα του, ἀνταπεξέρχεται εἰς τὰς ἐπιβουλὰς κατὰ τῆς σωτηρίας τοῦ ποιμνίου του ἐκ τῶν πολλαπλῶν σχισμάτων, αἱρέσεων, καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐθνικῶν. Ἐν καιρῷ δὲ μεριμνᾷ καὶ ὑπὲρ ἄλλων Ἐκκλησιῶν καὶ δὴ τῆς Μητροπόλεως Καισαρείας καὶ γενικώτερον ὑπὲρ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ὅτε αὐτὴ ἐπλήττετο ἐκ τῶν διωγμῶν, οὕς κατ’ αὐτῆς ἤγειρον οἱ αὐτοκράτορες Ἰουλιανὸς ὁ παραβάτης καὶ Οὐάλης ὁ ἀρειανόφρων. Ὁ Ἰουλιανός, αὐτοκράτωρ γενόμενος, δὲν ἐξεδήλωσεν εὐθὺς ἀμέσως τὰς ἀντιχριστιανικάς του διαθέσεις, ὑποκριθεὶς ἀνεξιθρησκείαν. Δὲν ἐβράδυνεν ὅμως νὰ φανερώσῃ τὸ ἄσβεστον μῖσος, τὸ ὁποῖον ἔτρεφεν ἐναντίον τοῦ χριστιανισμοῦ. Ἔχων ἤδη εἰς χεῖράς του τὴν ἀπόλυτον ἐξουσίαν ἐπεζήτησε τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν πόθων του. Νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν εἰδωλολατρείαν ὡς ἐπίσημον θρησκείαν τοῦ Κράτους διὰ παντὸς τρόπου. Καὶ πρὸς τοῦτο, ἐπειδὴ ἡ θρησκεία αὕτη ἤδη ἔκειτο νεκρά, διὰ τὴν ἀναζωογόνησίν της ἔδειξε ζῆλον δαιμονιώδη. Τοὺς ἐρειπωθέντας εἰδωλολατρικοὺς ναοὺς ἀνήγειρε· τὰ μαντεῖα ἀνεστήλωσε· τὰς ὀργιαστικὰς ἑορτὰς ἀνεδιοργάνωσε· τοὺς μάντεις καὶ τοὺς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων περισυνέλεξε καὶ αὐτοὺς εἶχε συμβούλους εἰς τὰς τοῦ Κράτους ὑποθέσεις καὶ πολεμικὰς ἐπιχειρήσεις. Κατὰ δὲ τῶν χριστιανῶν ἐκήρυξεν ἀπηνέστατον διωγμόν, καὶ ἔχυσε ποταμοὺς αἱμάτων μαρτυρικῶν. Πολλοὺς χριστιανικοὺς Ναοὺς μετέβαλεν εἰς εἰδωλικούς, καὶ ἄλλους κατέστρεψε. Λείψανα Ἁγίων καὶ ἄλλα κειμήλια τοῦ Χριστιανισμοῦ κατέκαυσε καὶ ποικιλοτρόπως ἠφάνισεν. Ἐκεῖνο δὲ τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὸ κορύφωμα τοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν μίσους του εἶναι ἡ ἀπαγόρευσις τῆς Ἑλληνικῆς μορφώσεως εἰς τοὺς χριστιανόπαιδας. Δι’ αὐτοκρατορικοῦ διατάγματος τὰ τέκνα τῶν χριστιανῶν δὲν ἐπετρέπετο νὰ ἐκπαιδευθοῦν εἰς τὰς σχολὰς τοῦ Κράτους, διότι μόνον οἱ ἀνήκοντες εἰς τὴν θρησκείαν (τὴν εἰδωλολατρικὴν) τῶν Ἑλλήνων, μόνον οὗτοι ἐδικαιοῦντο νὰ τύχουν καὶ Ἑλληνικῆς παιδείας. Οὕτω οἱ χριστιανόπαιδες εἶχον καταδικασθῆ νὰ τελοῦν εἰς τὸ σκότος τῆς ἀπαιδευσίας. Ὁ θεῖος ὅμως Γρηγόριος κατανοήσας τὸ μέγεθος τοῦ κακοῦ, ὅπερ ἐναντίον τῆς χριστιανικῆς νεολαίας, διὰ τὴν στέρησιν τῆς μορφώσεως, ἐπεδόθη εἰς τὴν σύνθεσιν ποικίλης διδακτικῆς ὕλης ἀποκλειστικῶς διὰ τοὺς χριστιανόπαιδας, εἰς τοὺς ὁποίους ἀπηγορεύθη ἡ ἀνάγνωσις τῶν Ἑλλήνων ἀρχαίων κλασσικῶν, καὶ χάρις εἰς τὴν ἔμπνευσιν ταύτην τοῦ θείου Γρηγορίου οἱ νέοι βλαστοὶ τῆς πολεμουμένης Ἐκκλησίας μελετῶντες τὰ συγγράμματα τοῦ θείου Πατρὸς ἐξεπαιδεύοντο κατά τε τὴν ἔξω καὶ τὴν ἔσω σοφίαν. Οἱ ἐπιγραφόμενοι «Στηλιτευτικοὶ κατὰ Ἰουλιανοῦ» δύο λόγοι τοῦ Γρηγορίου στηλογραφοῦσι πρὸς ἄληστον μνήμην τὰ δεινά, τὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἀντεμετώπισεν, ἐπὶ τρία καὶ ἥμισυ ἔτη βασιλεύσαντος τοῦ ἀποστάτου Ἰουλιανοῦ, τὸν ὁποῖον ἡ θεία ὀργὴ κατέφθασε κατὰ Ἰούνιον τοῦ 363 καὶ παρέπεμψεν εἰς Ἅδου κευθμῶνας, ἐν Περσίᾳ πολεμοῦντα. Ὁ θεῖος Γρηγόριος ὡς ἐφημέριος ἐπέδειξε πᾶσαν σπουδὴν ὥστε ἔναντι τῶν καθηκόντων του νὰ παρουσιάσῃ ἀπόδοσιν ἀνταξίαν τῶν μεγάλων καὶ σπανίων χαρισμάτων, δι’ ὧν ἐκοσμεῖτο, χρησιμεύων καὶ ὡς βοηθὸς τοῦ γέροντος ἐπισκόπου πατρός του. Ἡ φήμη του ἐξεχύθη πολὺ μακρὰν καὶ ἄνδρες ἐπ’ ἀρετῇ καὶ παιδείᾳ ἐπίσημοι συνῆψαν μετ’ αὐτοῦ ἀλληλογραφίαν, ζητοῦντες λύσιν τῶν ζητημάτων των καὶ ἄλλοι αὐτοπροσώπως μεταβαίνοντες ἐζήτουν τὴν συνδρομήν του εἰς τοὺς πειρασμούς των. Ὁ μέγας Ἀθανάσιος ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Γρηγορίου ἀνεγνώριζε τὸν προσφιλέστερον συναθλητὴν εἰς τὸν κοινὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀκριβέστερον ὀρθόδοξον δογματιστήν. Ὁ Ἱερώνυμος, ὁ φιλομαθέστατος καὶ μέγας τῶν ἱερῶν Γραφῶν μεταφραστής, ἦλθεν εἰς ἐπίσκεψιν τοῦ Γρηγορίου καὶ ἐθαύμασε τὴν σοφίαν αὐτοῦ, ὥστε πολλάκις καυχώμενος ἐβεβαίωσεν, ὅτι ἐχρημάτισε τοῦ Γρηγορίου μαθητὴς καὶ παρ’ αὐτῷ ἐξέμαθε τὰς ἁγίας Γραφάς. Ὁ ἀσκητὴς καὶ πρεσβύτερος Ἱεροσολύμων Ἡσύχιος, ἐρευνητὴς τῶν θείων Γραφῶν ἄριστος καὶ κήρυξ τοῦ θείου λόγου διαπρύσιος, Εὐδόξιος ὁ χρηματίσας ἐπίσημος ῥήτωρ, παρὰ τοῦ Γρηγορίου ἤντλησαν, ὡς ὡμολόγουν, τὰς θεολογικάς των γνώσεις.

Τὸν Ἰουλιανὸν κακῶς τελευτήσαντα τὸν βίον, διεδέχθη ὁ Ἰοβιανὸς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ καλῆς προαιρέσεως. Οὗτος ἀνεκάλεσε τοὺς ὑπὸ Κωνσταντίου καὶ Ἰουλιανοῦ ἐξορισθέντας ἐπισκόπους, ὑπεστήριξε τοὺς ὀρθοδόξους, καὶ ἀπέδωκεν εἰς αὐτοὺς τοὺς ὑπὸ τῶν ἀρειανῶν ἁρπαγέντας Ναούς.(Ἀκολουθεῖ).


Εκ του Ιστότοπου της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών. Εδώ. Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Αείμνηστος  Επίσκοπος Μαγνησίας κ. Χρυσόστομος Νασλίμης

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών